– γράφει ο Δημήτρης Αθανασέλος
Desiderantes.
Οι στρατιώτες που ανέμεναν την επιστροφή των συμπολεμιστών τους από τη μάχη. Επιθυμούσαν την επιστροφή τους. De+sidera. Στερητικό de και sidera, που σημαίνει αστέρια. Κοιτώντας λοιπόν τον έναστρο ουρανό πάντα λείπει ένα άστρο, πάντα λείπει ένας «πολεμιστής». Η έλλειψη αυτή σηματοδοτεί τον αγώνα και το κίνητρο για την προσπάθεια εκπλήρωσης της επιθυμίας.
Αίθουσα αναμονής η ζωή μας. Αναμονή, το διάστημα ωσότου πραγματοποιηθεί η επιθυμία. Προσμονή και ανηδονία μέχρι να τη δούμε να υλοποιείται. Όλο κάτι περιμένουμε να μας φέρει σαν δώρο ο χρόνος. Όλο κάτι επιθυμούμε. Επιθυμία και ανθρώπινη ύπαρξη είναι σύμφυτες έννοιες. Η επιθυμία είναι πάντα ενσαρκωμένη γιατί δεν μπορεί να υπάρξει ανεξάρτητα από το σώμα, έχει μία διάσταση «ερωτική» με την ευρεία έννοια του όρου.
Είναι η κινητήριος δύναμη ζωής του ανθρώπου. Δίχως αυτή, δε θα διέφερε ο άνθρωπος δίόλου απ τα ζώα. Όλα θα πήγαζαν μονάχα από το ζωικό ένστικτο της επιβίωσης. Το ανικανοποίητο και η επιθυμία, είναι ένα και τ’αυτό. Το ανικανοποίητο εδρεύει ακόμα και με την ικανοποίηση της επιθυμίας καθώς άλλη μία καινούρια επιθυμία ξεπροβάλλει δυνατή και «απαιτεί» την πραγμάτωση της. Εγωιστική από την φύση της και κλεισμένη στον εαυτό της δίχως να την ενδιαφέρουν οι εξωτερικές συνθήκες, αποζητά απαιτώντας να ικανοποιηθεί με κάθε κόστος. Κι ο άνθρωπος με τη σειρά του, την υπακούει και την υπηρετεί με μάτια τυφλού. Με αφοσίωση στρατιώτη που εκτελεί εντολές, δίχως να ρωτά το πώς και το γιατί.
Ανά τους αιώνες ο άνθρωπος προσπάθησε μέσα από διάφορα φιλοσοφικά και θρησκευτικά συστήματα να τη χαλιναγωγήσει αλλά και πάλι επί ματαίω. Της έβαλε χαλινά για να τη κουμαντάρει αλλά και πάλι η επιθυμία έχει την ικανότητα να μεταμφιέζεται, κι έτσι ο άνθρωπος την εκλαμβάνει ως μη-επιθυμία. Την ονοματίζει λοιπόν, τη ντύνει με άλλες λέξεις που εξυπηρετούν καλύτερα τα κίνητρα και τους πιο βαθείς του φόβους. Πλάνη το ότι αν αλλάξουμε επιθυμία θα βρούμε και την πολυπόθητη ευτυχία καθώς μετατοπίζοντας το αντικείμενο της, στην ουσία αναπαράγεται η δυστυχία. Η λύση είναι ίσως να αλλάξουμε τη σχέση μας με την επιθυμία.
Σαν έννοια δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να χαρακτηριστεί ως «καλή» ή «κακή» καθώς πάμπολλες φορές ξεστρατίζει αλλά και επαναφέρει στο «σωστό» δρόμο, ανάλογα με την ηθική και τον ιδεόκοσμο του κάθε ανθρώπου ξεχωριστά. Αιώνιο μπέρδεμα δηλαδή η επιθυμία. Δε γινόμαστε ποτέ κύριοι της, ακόμα κι όταν μας αφορά, ακόμα κι όταν είναι δική μας. Είναι μια παραδοξότητα της ανθρώπινης ύπαρξης και δεν πηγάζει από το Εγώ μας αλλά θέλει να το υποτάξει, έχει μια δυναμική ανώτερη αυτού. Το χρησιμοποιεί για να πραγματωθεί. Είναι κάλεσμα, «κλήση». Η ελευθερία, ακριβώς, του ανθρώπου έγκειται μονάχα στο αν θα ανταποκριθεί σ’ αυτό το κάλεσμα ή όχι. Είμαστε απόλυτα υπεύθυνοι λοιπόν για την επιθυμία μας. Μέσα από αυτήν, μπορούμε να φτάσουμε ένα σκαλί πιο κοντά στην αυτογνωσία, καθώς η ποιότητα της επιθυμίας μας, δείχνει το ποιόν μας, το πιο βαθύ «είναι» μας. Είναι συνάντηση στην ουσία με τον έσω εαυτό μας.
Η επιθυμία αφορά πάντα το μέλλον καθώς το παρόν βιώνεται πάντα ως αναμονή. Αν δύναται να μεταφερθεί η ζωή στο απόλυτο παρόν, η επιθυμία είναι νεκρή. Όπου σκέψη για το μέλλον εκεί και το μεγαλοπρεπές βασίλειο της επιθυμίας, κι όπου παρελθόν, εκεί, και το νεκρό βασίλειο της.
Desiderantes λοιπόν όλοι μας, σε μία διαρκή αναζήτηση της επιθυμίας, του άστρου που συνεχίζει να λείπει από τον ουρανό.