-γράφει ο Γιώργος Σ. Αλεξάνδρου
Είναι στιγμές που έχω ανάγκη να μιλήσω στους τοίχους. Με βολεύει η σιωπηλή κατανόηση τους. Ξέρεις, γνωρίζω τον εγωισμό μου κι είναι φορές που πετάω την μάσκα του ευγενικού ύστερα από τις κουραστικές συναναστροφές με τους κουραστικούς συνανθρώπους και χρειάζομαι έναν ακροατή χωρίς ενστάσεις. Άλλωστε, δεν χωράει αντίλογος στον λόγο μου.
Απολαμβάνω τις εκρήξεις του ναρκισσισμού μου, καθώς με αυτές διαβαίνω τις δυσκολίες, μιας κι η ωριμότητα μου, δεν έχει κουράγια να στέκεται πάντοτε ακέραια. Όμως, ας είναι. Της το επιτρέπω.
Οι συνθήκες κι οι συγκυρίες μου πρόσφεραν όπλα και άμυνες, με μεγάλη αποτελεσματικότητα κατά την ανάπτυξη μου, και στην πάροδο του χρόνου, ακόμη, στάθηκαν ικανά και δεν έχουν ατονήσει εξαιτίας μου.
Το πιο βαρύ από τα όπλα που παρέλαβα και κουβάλησα είναι το προσωπείο που απέκτησα κατά την ανάπτυξη. Σιδερένιο, ψυχρό, κοφτερό. Σαν την πυγμή μου. Μια πυγμή που πλήγωσε επιτυχώς όσους με πλήγωσαν.
Απέχω. Με δικαιολογία η χωρίς. Άλλωστε, ποια η χρησιμότητα της δικαιολογίας δίχως την προσμονή της συγχώρεσης; Άσε που και η συγχώρεση, συνήθως, επιβάλλεται με ψυχαναγκασμό και όρους. Εγώ όμως, δεν δέχομαι όρους και κανόνες.
Είναι στιγμές λοιπόν, που έχω ανάγκη να μιλήσω στους τοίχους γιατί μόνο εκείνοι μπορούν και μόνο εκείνοι θέλω να με ακούν. Δεν μπορώ τις αντιρρήσεις. Βέβαια είναι και άλλες στιγμές, που με τρομάζει αυτό. Όμως ας είναι, μου το επιτρέπω.