ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΗ ΖΩΝΗ 67

«Πετούσαν τόσο κοντά μας, που μπορούσαμε να διακρίνουμε καθαρά την αντανάκλαση του εδάφους πάνω στη μεταλλική τους επιφάνεια.»
Επιμέλεια Βιβλιοπαρουσίασης: Θωμάς Αργυρέας

Αγαπητοί αναγνώστες με χαρά σας παρουσιάζουμε το πρώτο πόνημα του συγγραφέα Κωνσταντίνου Σαμαρά. Πρόκειται για μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας, από το οποίο δεν λείπουν το συναίσθημα, η περιπέτεια, το μυστήριο και ο έρωτας.

Μέσα από τις σελίδες του, θα ταξιδέψετε σε τόπους μακρινούς και φανταστικούς όπου, ο χρόνος και ο χώρος, μετατρέπονται σε μια πλάνη των αισθήσεων, αφήνοντας τον αναγνώστη να αναρωτιέται αν αυτό που βιώνουμε είναι η πραγματικότητα, η κάτι άλλο, πέρα από την ανθρώπινη λογική.

Μέσα από τα μάτια του ήρωα, θα ζήσετε περιπέτειες, έρωτες και συγκινήσεις. Θα ανακαλύψετε αρχέγονα μυστικά και θρύλους, που εξιστορούν την ιστορία της ανθρωπότητας των τελευταίων 100.000 χρόνων! Θα διεισδύσετε στα βάθη της συμπαντικής νομοτέλειας και θα διαβείτε, τα επικίνδυνα, εκείνα, μονοπάτια που θα σας οδηγήσουν, τελικά, στην απαγορευμένη ζώνη…

Ο συγγραφέας μεταφέρει στον αναγνώστη, ρεαλιστικά, τις εικόνες που βιώνει ο ήρωας του μυθιστορήματος και πιστεύω πως τα καταφέρνει πολύ καλά. Και οι 704 σελίδες του βιβλίου, παραμένουν ευανάγνωστες, από την αρχή ως το τέλος και κρατούν, συνεχώς, τον αναγνώστη σε αγωνία και αδημονία να μάθει τι θα συμβεί στην συνέχεια. Πρόκειται για ένα βιβλίο που διαβάζεται άνετα στις παραλίες το καλοκαίρι, ή τις κρύες νύχτες του χειμώνα δίπλα στο τζάκι ή κάτω από την κουβέρτα.

Είναι ευκολοδιάβαστο, ενημερωτικό και ψυχαγωγικό. Είμαι σίγουρος, πως και εσείς θα σχηματίσετε την ίδια γνώμη.


Μικρό απόσπασμα από το βιβλίο


«Σε λίγο, περπατούσαμε μέσα από ένα πυκνό δάσος πεύκων, που σκορπούσαν στον αέρα την ευχάριστη μυρωδιά της ρετσίνης.

Κάπου-κάπου ξεπρόβαλαν μέσα από τις φυλλωσιές λαγοί, που δε φαίνονταν καν να τρομάζουν από την παρουσία μας, παρά κάθονταν ήσυχα και μας παρακολουθούσαν με περίεργο βλέμμα, λες και δεν είχαν ξαναδεί ποτέ τους άνθρωπο. Ο Στηβ είχε μπει στον πειρασμό να κυνηγήσει έναν από αυτούς για να τον φάμε, αλλά έπρεπε να φτάσουμε στην κορυφή πριν πέσει το σκοτάδι, και δεν είχαμε χρόνο για χάσιμο.

Ανεβαίναμε για καμιά ώρα ακόμα, όταν επιτέλους βγήκαμε σε ένα ξέφωτο στα 1.500 περίπου μέτρα υψόμετρο, πολύ κοντά στην κορυφή. Από εκεί είχαμε πανοραμική θέα σε μια μεγάλη έκταση του νησιού.

Μείναμε έκπληκτοι! Πράγματι, βρισκόμασταν σε νησί, το οποίο μάλιστα έμοιαζε να είναι πολύ μεγαλύτερο από τα νησιά του αρχιπελάγους. Οι κορυφές των βουνών, που μπλέκονταν η μία μέσα στην άλλη, εμπόδιζαν να δούμε προς το εσωτερικό του. Μόνο προς τα νοτιοδυτικά τα όρη χαμήλωναν, σχηματίζοντας μια στενή, καταπράσινη κοιλάδα που έφτανε ως τη θάλασσα.

Η βαθιά κοιλάδα, που θύμιζε έντονα νορβηγικό φιόρδ, πλαισιωνόταν από δασωμένες και απότομες βουνοπλαγιές, που κατέληγαν σε απόκρημνα και μυτερά βράχια 1.500 μέτρα πάνω από την ήρεμη επιφάνεια της θάλασσας, που λαμπύριζε κάτω από τις ζεστές αχτίδες του ήλιου. Το θέαμα σου έκοβε κυριολεκτικά την ανάσα, κάτι παρόμοιο δεν είχε δει κανείς από τους δυο μας, πουθενά αλλού.

Το νησί έμοιαζε να είναι πραγματικά πολύ παράξενο. Προς τα βόρεια, μπορούσε κανείς να διακρίνει καθαρά τις απόκρημνες ακτές του, ενώ πέρα, προς την ανοιχτή θάλασσα, δέσποζε ένα μικρό νησάκι με τις βουνοκορφές του να αιωρούνται στο κενό, καθώς στα χαμηλά του ένα άσπρο σύννεφο το κάλυπτε από τη μια άκρη ως την άλλη.

– Μα πού στο διάολο βρεθήκαμε; φώναξε σαστισμένος ο Στηβ, μουρμουρίζοντας κάποιες απροσδιόριστες φράσεις στη γλώσσα του, ενώ ταυτόχρονα κοίταζε ανήσυχος γύρω του προσπαθώντας να προσανατολιστεί. Άσκοπα όμως, κανένας από τους δυο μας δεν είχε την παραμικρή ιδέα για το πού μπορεί να είχαμε ναυαγήσει.

– Πώς είναι δυνατόν να φτάσαμε τόσο μακριά;
– Τι θέλεις να πεις, Στηβ;
– Θέλω να πω πως ένα τόσο μεγάλο νησί δεν υπάρχει στο αρχιπέλαγος των νησιών Cook! Το κοντινότερο νησί με ανάλογο μέγεθος είναι η Ταϊτή, το κυρίως νησί της Γαλλικής Πολυνησίας, το οποίο όμως βρίσκεται τουλάχιστον 1.000 χιλιόμετρα μακριά από την Μανγγαία, είναι πρακτικά αδύνατον να φτάσαμε τόσο μακριά.
– Και τα νησιά Φίτζι;
– Αποκλείεται, είναι στην αντίθετη κατεύθυνση και στη διπλάσια απόσταση από ότι η Ταϊτή. Το ίδιο και η Σαμόα. Ειλικρινά, Jason, δεν ξέρω τι να υποθέσω, κάτι πολύ περίεργο συμβαίνει εδώ πέρα…
– Ε, δες το και από τη θετική του πλευρά. Ένα τόσο μεγάλο νησί αποκλείεται να μην κατοικείται, έτσι δεν είναι; Όμως έλα, ας ψάξουμε καλύτερα για κανένα χωριό ή πόλη πριν νυχτώσει.

Αφήσαμε εκείνη την κορυφή αρκετά προβληματισμένοι και τραβήξαμε δυτικά, κατά μήκος ενός γυμνού διάσελου, έχοντας στα δεξιά μας τις πανύψηλες βουνοπλαγιές του νησιού, που μερικές από τις κορυφές τους πρέπει να άγγιζαν τα 2.000 μέτρα ύψος.

Ήταν απομεσήμερο όταν αρχίσαμε να κατηφορίζουμε μια δασωμένη πλαγιά, με την ελπίδα να βρούμε τίποτα φαγώσιμο και να κατασκηνώσουμε, όταν συνέβη κάτι το αναπάντεχο. Ξαφνικά, μέσα από ένα σύννεφο κοντά στην κορυφή, εμφανίστηκε ένας τεράστιος ιπτάμενος δίσκος, ενώ ακολούθησαν σε λίγο άλλοι δύο μικρότεροι.

Πετούσαν τόσο κοντά μας, που μπορούσαμε να διακρίνουμε καθαρά την αντανάκλαση του εδάφους πάνω στη μεταλλική τους επιφάνεια. Το κάτω μέρος τους περιστρεφόταν αργά γύρω από τον άξονά τους, ενώ ιδιαίτερη εντύπωση προξενούσαν κάτι προεξοχές σαν ακροφύσια που μετακινούνταν κατά βούληση μέσα ή έξω από την μεταλλική τους επιφάνεια, και έμοιαζαν να γίνονται ένα με αυτή.

Τα σκάφη έπρεπε να βρίσκονται σε διαδικασία απογείωσης, και πράγματι, σε λίγο το ένα από αυτά άρχισε να επιταχύνει βγάζοντας ένα υπόκωφο σφύριγμα, για να χαθεί σε λίγο με αστραπιαία ταχύτητα στον ορίζοντα, καθιστώντας το πλέον αόρατο στα ήδη τρομαγμένα μάτια μας.

Ωστόσο, τα άλλα δύο σκάφη πλησίασαν αναπάντεχα προς το μέρος μας. Ένας πρωτόγνωρος φόβος κυρίευσε το μυαλό μας. Για μερικά δευτερόλεπτα έμεινα συνεπαρμένος να παρατηρώ αυτά τα αλλόκοτα μηχανήματα, που έμοιαζαν να μην είναι από αυτόν τον κόσμο, όταν η δυνατή φωνή του κυβερνήτη με ξύπνησε από τον λήθαργο.

– Μα τι κάνεις, είσαι τρελός; Τι στέκεσαι; Τρέξε στο δάσος γρήγορα! ούρλιαξε ο Στηβ, που με είχε ήδη πιάσει από τους ώμους και με ταρακουνούσε.

Αμέσως αρχίσαμε να τρέχουμε σαν τρελοί προς το δάσος των κωνοφόρων, και δε σταματήσαμε παρά αρκετή ώρα αργότερα, όταν είχαμε πλέον εξαντληθεί. Λαχανιασμένοι, κοιτούσαμε συνεχώς τον ουρανό μήπως και εκείνα τα αλλόκοτα μηχανήματα ήταν ακόμα εκεί και μας παρακολουθούσαν. Αποφασίσαμε να κρυφτούμε σε μια ρεματιά, που τη σκέπαζαν σπασμένα κλαδιά και πευκοβελόνες, μέχρι να έρθει το σούρουπο.

Ωστόσο, γρήγορα καταλάβαμε πως δεν έχει νόημα να κρυβόμαστε άλλο και αρχίσαμε να ψάχνουμε για κάποιο κατάλυμα να βγάλουμε τη νύχτα, που έρχεται απότομα στα χαμηλά γεωγραφικά πλάτη. Η ησυχία που επικρατούσε στο δάσος ήταν απόκοσμη και τρομακτική συνάμα, ενώ ο μοναδικός ήχος που ερχόταν στα αυτιά μας ήταν από το τρίξιμο των πευκοβελόνων κάτω από τα πόδια μας. Ακόμα και τα πουλιά, που πριν κελαηδούσαν χαρμόσυνα, τώρα είχαν σιγάσει.

Ξαφνικά, ένιωσα ένα ζεστό πορτοκαλί φως στην πλάτη μου. Έστρεψα το βλέμμα μου, και τρομαγμένος αντίκρισα δύο φωτεινές σφαίρες, όχι μεγαλύτερες από μια μπάλα ποδοσφαίρου, να αιωρούνται σε μικρή απόσταση από εμάς.

– Στηβ, δες! Με γουρλωμένα μάτια, ο Στηβ δεν πίστευε σε αυτό που έβλεπε…
– Τι διάολο είναι πάλι τούτο; ξεφώνισε αγανακτισμένος. Οι δύο πορτοκαλί σφαίρες έμοιαζαν να μας παρακολουθούν.
– Jason, πάμε να φύγουμε από εδώ γρήγορα! πρόσταξε, και αρχίσαμε να τρέχουμε μέσα στο πυκνό πευκόδασος.

Όμως οι σφαίρες έμοιαζαν να μας έχουν πάρει στο κατόπι, και σαν να μην έφτανε αυτό, άρχισαν να εκτελούν περίπλοκους ελιγμούς γύρω μας, πράγμα που δήλωνε πως κάποιος νοήμων νους κατείχε τον έλεγχό τους. Πετούσαν τώρα τόσο κοντά μας, που μπορούσαμε να αισθανθούμε στα πρόσωπά μας τη θερμότητα που ανέδιδαν. Ο Στηβ, εκνευρισμένος με τις παιχνιδιάρες μπάλες, σήκωσε ενστικτωδώς το χέρι του για να χτυπήσει μια από αυτές.

Στο άγγιγμα του Στηβ και μπρος στα έκπληκτα μάτια μας, η σφαίρα διαλύθηκε χωρίς τον παραμικρό θόρυβο σε χιλιάδες φωτεινά αστεράκια, σαν σπίθες, που έσβησαν πριν ακόμα αγγίξουν το έδαφος. Μείναμε άναυδοι, να κοιτάμε ο ένας τον άλλον με απορία. Εκείνη τη στιγμή, λες και η δεύτερη σφαίρα αποφάσισε πως δεν ήθελε να έχει την τύχη της πρώτης, επιτάχυνε γοργά, αλλάζοντας χρώματα, από πορτοκαλί σε κίτρινο, πράσινο και ανοιχτό γαλάζιο, πριν χαθεί οριστικά μέσα στο δάσος…

Δίχως να δώσουμε μεγάλη σημασία, συνεχίσαμε την πορεία μας, ψάχνοντας για ένα κατάλληλο μέρος να διανυκτερεύσουμε. Δεν πρέπει να πέρασαν πάνω από δέκα λεπτά από την εμπειρία μας με τις φωτεινές σφαίρες, όταν αισθανθήκαμε την παρουσία αγνώστων μέσα στο πυκνό πευκόδασος. Από μακριά ερχόταν στα αυτιά μας παράξενοι ήχοι από ποδοβολητά, σφυρίγματα και κλαδιά που σπάνε στο διάβα. Μείναμε σιωπηλοί για να αφουγκραστούμε καλύτερα, και ξαφνικά τους είδαμε!

Ήταν οι ίδιες εξαϋλωμένες και απόκοσμες φωτεινές οντότητες που είχαν απαγάγει τη Θάλεια πριν από μερικές εβδομάδες. Η τρομακτική τους όψη σε έκανε να παραλύεις από τον φόβο. Το μυαλό μου για ακόμη μια φορά αγκυλώθηκε, και στάθηκε ανήμπορο να σκεφθεί λογικά. Οι οντότητες τώρα είχαν στραφεί προς το μέρος μας. Ήταν πια αργά, μας είχαν ήδη αντιληφθεί.

– Jason, τρέξε γρήγορα, τρέξεεεεε!…

Η δυνατή φωνή του κυβερνήτη με επανέφερε στην πραγματικότητα. Δεν ήθελε και πολλή σκέψη, αμέσως αρχίσαμε και οι δύο να τρέχουμε σαν τρελοί μέσα στην πυκνή βλάστηση. Όμως αλίμονο, δεν πέρασε αρκετή ώρα, όταν άκουσα τον Στηβ πίσω μου να φωνάζει και να βρίζει. Τον έπιασαν! Κοντοστάθηκα, στρέφοντας το βλέμμα μου προς το μέρος του. Τα μυστήρια εκείνα όντα τον είχαν περικυκλώσει, ενώ αυτός πάλευε μάταια να τους ξεφύγει, ωστόσο είχε το κουράγιο και συνέχισε να μου φωνάζει: «Τρέξε, Jason, τρέξε να σωθείς!»

Δυστυχώς δεν μπορούσα να κάνω τίποτα για αυτόν, και με βαριά καρδιά συνέχισα να τρέχω, χωρίς να δίνω σημασία στα κλαδιά των πεύκων που γρατζουνούσαν τα χέρια μου. Για μια στιγμή νόμισα ότι τους είχα ξεφύγει, και άρχισα να ψάχνω για κρυψώνα μέσα στο σκοτεινό πευκοδάσος, που έμοιαζε να μην έχει τελειωμό. Συνέχισα την πορεία μου κατά μήκος ενός αποστραγγισμένου καναλιού που έμοιαζε σαν μονοπάτι, ώσπου κατέληξα σε ένα ξέφωτο.

Ο ήλιος είχε ήδη δύσει πίσω από τις βουνοκορφές και δυσκολευόμουν πολύ να προσανατολιστώ. Τα πάντα γύρω μου έμοιαζαν να είναι ένα, μια πανδαισία βράχων και πεύκων. Η θάλασσα δε φαινόταν από εκείνο το σημείο, και μάταια ατένιζα τον ουρανό για κάποιο γνώριμο αστέρι που θα με βοηθούσε να προσανατολιστώ. Είχα την εντύπωση πως είχα πια χαθεί, όταν σαν από το πουθενά, εμφανίστηκαν και πάλι μπροστά μου οι τρεις φωτεινές οντότητες.

Ένιωσα τα γόνατά μου να κόβονται στη φοβερή τους όψη, μα ακόμα περισσότερο τρόμαξα όταν άκουσα μέσα στο μυαλό μου μια φωνή να μου λέει: «Μη φοβάσαι, έλα μαζί μας!» Ενστικτωδώς, γύρισα πάλι μέσα στο πυκνό δάσος και άρχισα να τρέχω, σχεδόν στα τυφλά, με όση δύναμη μου είχε απομείνει. Δεν ξέρω πόση ώρα έτρεχα ανάμεσα στις συστοιχίες των πεύκων, ώσπου κάποια στιγμή ένιωσα μια ανεξήγητη αδυναμία να με καταβάλει. Ένα περίεργο μούδιασμα στα πόδια με ανάγκασε να σταματήσω.

Η κατάσταση επιδεινώθηκε δραματικά, και σε λίγο έπεσα κάτω, λες και μια αόρατη δύναμη με είχε παραλύσει. Έβαλα όλες μου τις δυνάμεις να σηκωθώ, μάταια όμως, ήμουν ανήμπορος να κάνω και την παραμικρή κίνηση. Το τελευταίο πράγμα που θυμόμουν ήταν οι τρεις φωτεινές φιγούρες που με είχαν περικυκλώσει, και μετά τίποτα, παρά μόνο σκοτάδι… «


ΣΑΜΑΡΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ

ΣΑΜΑΡΑΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣΟ Κωνσταντίνος Σαµαράς γεννήθηκε το 1974 στη Δράµα, όπου έζησε και διδάχτηκε τα πρώτα του γράµµατα.

Μετά την αποφοίτησή του από το γενικό λύκειο Προσοτσάνης και τη συµµετοχή του στις πανελλήνιες εξετάσεις, ακολούθησε η θητεία του στις ειδικές δυνάµεις του ελληνικού στρατού.

Το 1994 μετανάστευσε µόνιµα στη Γερµανία, όπου και διαµένει µέχρι σήµερα. Σπούδασε µερικά εξάµηνα Γεωδαισία, και αργότερα ολοκλήρωσε τις σπουδές του στα εφαρµοσµένα Μαθηµατικά και τη Φυσική στο πανεπιστήµιο της Στουτγκάρδης.

Έχει εργαστεί σε τομείς πληροφορικής και ανάπτυξης λογισμικού για την αυτοκινητοβιομηχανία, αλλά και ως καθηγητής Μαθηματικών σε ελληνικό φροντιστήριο. Τα ενδιαφέροντά του στρέφονται κυρίως γύρω από τις θετικές επιστήμες, τη φιλοσοφία αλλά και τα προαιώνια ερωτήματα του Ανθρώπου, καθώς και τα ανεξήγητα φαινόμενα.

Η «Απαγορευμένη ζώνη 67» αποτελεί την πρώτη του προσπάθεια στον λογοτεχνικό χώρο, καθώς και στον χώρο της επιστημονικής φαντασίας.

Το βιβλίο μπορείτε να το προμηθευτείτε εδώ:

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.