“Ούτε χρειάστηκε να ξεθάψει παλιά πτώματα λόγων,
για να θάψει νέα. Τα ίδια πτώματα παραχώνει
στο κοιμητήριο της συνείδησής του.” – από την Ευαγγελία Αγγελούση
Τα βράδια ο νους, πριν συναντήσει τον γητευτή ύπνο,
ανοίγει το βιβλίο των ηρώων της ημέρας.
Ξεπλένει το αίμα των πληγών τους
με το σφουγγάρι της σκέψης.
Ζωντανεύει τις αδυσώπητες μάχες.
Στην ίδια κονίστρα βλέπει τα πτώματα των λόγων,
που δεν άντεξαν τη μάχη με τους ήρωες.
Γιατί πώς να αντέξει για πολύ το αθέμιτο ενάντια στο θεμιτό;
Αγγίζει τις σελίδες του βιβλίου,
που δε βαρέθηκε να φιλοξενεί τα ίδια ονόματα,
τις ίδιες αγέρωχες πράξεις,
αγώνες μέχρι τελικής πτώσεως.
Ούτε χρειάστηκε να ξεθάψει παλιά πτώματα λόγων,
για να θάψει νέα.
Τα ίδια πτώματα παραχώνει
στο κοιμητήριο της συνείδησής του.
Γιατί οι λόγοι ανασταίνονται ξανά και ξανά.
Και ίδιοι κάθε φορά, με την ίδια φανταχτερή πανοπλία,
επιτίθενται με τους ίδιους καταπέλτες.
Βυσσοδομώντας πασχίζουν να κερδίσουν τη μάχη.
Σκευωρίες με το άδικο , που ανασταίνονται κι αυτές μαζί του.
Μα για τους ήρωες δεν προβλέπεται ανάσταση.
Γι’ αυτό πρέπει να κρατηθούν για πάντα ζωντανοί σ’ αυτή την άνιση πάλη.
Γιατί αν πέσουν μια φορά , θα ‘ναι για πάντα.
Γιατί οι ήρωες ζουν μόνο μια φορά.
Μετά ζουν μόνο στη μνήμη μας.
Στην αιωνιότητα, δηλαδή…
Και κάπως έτσι, καταλαγιασμένος ο νους από αυτή την ανάγνωση, κοιμάται…