κι η υγρασία του σφουγγαρόπανου αναδεικνύει την οσμή..»
– από τον Θωμά Αργυρέα
Μάιος 1998
Το μοναδικό «ποίημα» της ζωής μου, γράφτηκε για μια ομάδα 18 νέων, που μόλις είχαν αποφυλακιστεί -τότε, το ’98- τους οποίους εκπαίδευα στην χρήση υπολογιστών για σελιδοποίηση εντύπων και εφημερίδων. Ήθελαν κάτι από μένα για να το βάλουν στην εφημεριδούλα που εξέδωσαν, ως δείγμα εργασίας.
Το «ποίημα» αναφέρεται στην ανάμνηση της οσμής που σήκωνε το βρώμικο σφουγγαρόπανο στα χέρια ενός μαύρου τρόφιμου, που σφουγγάριζε τους διαδρόμους ανάμεσα στα κελιά των φυλακών του Αγίου Στεφάνου. Ήταν η ανάμνηση από κάποιο άλλο σεμινάριο -για φυλακισμένους εκείνη τη φορά- το 1995.
Τα κελιά ήταν διατεταγμένα σε δύο ορόφους, αντικριστά στον διάδρομο, και το παλληκάρι σφουγγάριζε υπό τόν ήχο των σφυριγμάτων και των εξευτελιστικών σεξουαλικών πειραγμάτων των εγκλείστων -τεσσάρων ανά κελί-. Κάποιοι, μάλιστα, του πετούσαν σκουπίδια και χαρτάκια, φωνάζοντας: «Μάζεψε κι αυτά, ρε αράπη. Σκουπίδια είναι, σαν εσένα.»
Σαν για να μην με άφηνε να ξεχάσω την αθλιότητα της όλης σκηνής, με χτυπούσε αυτή η οσμή στη μύτη, κάθε πρωΐ, καθώς περνούσα πλάϊ από τον διάδρομο των κελιών, για να πάω στην αίθουσα διδασκαλίας των φυλακών.
Τον Μάιο του ’98 γράφοντας, πια, αυτό το «ποίημα» για την εφημεριδούλα, διαπίστωσα ότι η ιδιαίτερη αυτή οσμή είναι παντού, σε όλα τα δημόσια κτίρια, εκεί όπου χιλιάδες σόλες λιώνουν και θρυμματίζονται σε σκόνη και η υγρασία του σφουγγαρόπανου αναδεικνύει την οσμή αυτής της σκόνης…
Σκόνη Ανάθεμά την! Αυτή την οσμή! …του ναού και του σχολείου… …του νοσοκομείου και του ψυχιατρείου… …του υπουργείου και του δικαστηρίου… …του κρατητηρίου και του σωφρονιστηρίου… …του γηροκομείου και της κουστωδίας των συγγενών. Την οσμή που στοίχειωσε ζωές, οχυρωμένες πίσω από έγγραφα και δικόγραφα… Την οσμή που στοίχειωσε ζωές, ξοδεμένες σε διαδρόμους και αναμονές ακροάσεων… Την οσμή που στοίχειωσε ζωές, ταξινομημένες και σαφώς προδιαγεγραμμένες (με ημερομηνίες και αριθμούς πρωτοκόλλου)… Την οσμή της σκόνης του πλήθους, καθώς σαρώνεται απ’ το σφουγγαρόπανο… Την οσμή που σηματοδοτεί το διάβα της σόλας που έλιωσε χαράμι… Την οσμή, τη δεσπόζουσα, της ιστορίας μας! Αναλλοίωτη, αγοραφοβική, μπαγιάτικη… |
Σε ανάμνηση τριών από εκείνα τα παιδιά, που -όπως πολύ αργότερα έμαθα- τα πήρε η ηρωΐνη, ο λευκός θάνατος της λήθης όλων των κολασμένων, παιδιών κάποιου «κατώτερου θεού».