– γράφει ο Παναγιώτης Σταυρόπουλος
Κάθομαι έξω απ’ το σταθμό του Θησείου, απέναντι απ΄ την πάνω έξοδο του ηλεκτρικού, στηριγμένος στα ψηλά σκουριασμένα κάγκελα. Άραγε ποιος ξέρει ότι πίσω απ’ αυτά υπάρχει μια πλατεία;;; Μόνο κάποιοι ηλικιωμένοι γυρολόγοι κ’ λίγοι σκύλοι που την μυρίστηκαν μαζί με τ΄αφεντικά τους.
Το καλοκαίρι μπήκε έστω ανεπίσημα και την εμφάνιση τους έχουν κάνει δεκάδες πλανόδιοι πωλητές με τις παράγκες τους. Μπροστά μου μια γυναίκα γύρω στα 40, ίσως είναι μικρότερη αλλά η ταλαιπωρία είναι έκδηλη σ’ όλο το πρόσωπο της και κρύβει την πραγματική ηλικία.
Έχει για παρέα τον τυφλό φίλο της που την συνοδεύει μουσικά με το αρμόνιο… ‘’σε τούτο το ντουνιά όλοι ίδιοι είμαστε’΄ Το πιστεύουν άραγε;;; Οι κακουχίες δεν τους έκαναν ν’ αποκτήσουν μίσος για όλα αυτά που στερήθηκαν;;; Το πρόσωπο του τυφλού άνδρα είναι τόσο αληθινά χαρούμενο που δεν σ αφήνει να αναρωτηθείς κάτι τέτοιο. Δίπλα τους 3 μικρές νάυλον τσάντες, πιθανότατα ότι υλική περιουσία έχουν σ’ αυτή την ζωή.
Είχε πει κάποτε ο περιβόητος Λούης απ΄το Πέραμα ότι δεν θέλει περιουσίες στην πλάτη του να τον βαραίνουν, νιώθει σαλίγκαρος έτσι. Το πιστεύουν αυτό ή είναι κρεμαστάρια αλεπούς για μια ζωή που δεν είχαν ποτέ;
Η βόλτα των ματιών μου πέφτει πάνω σ΄ένα σχολιαρούδικο ζευγαράκι, το αγόρι φαίνεται κάπως μαγκωμένο, κάνοντας αμήχανες κινήσεις με τα χέρια του, κάνει ότι μπορεί όμως να δείξει τον εφηβικό ανδρισμό του. Το κορίτσι φαίνεται πιο σίγουρο, τον κοιτάζει στα μάτια συνεχώς ενώ ανηφορίζουν το πεζόδρομο, μέχρι να φτάσουν στην πρώτη καφετέρια και να χαθούν απ’ το οπτικό μου πεδίο έχουν πιαστεί χέρι-χέρι.
Μια μυτιά από καλοκαίρι….