«Χριστούγεννα στην άλλη όχθη του ναρκοπεδίου», θραύσματα μιας ιστορίας

«Δεκέμβριος 1978. Με 1.000 μάρκα κρυμμένα στο χαρτονένιο εξώφυλλο ενός βιβλίου [πολυτέλεια πέραν του επιτρεπτού “συναλλάγματος” σαν παιδιάστικη απόπειρα περιπέτειας και σκανταλιάς] αποβιβάζεσαι στη Φρανκφούρτη..»
– γράφει ο Γιώργος Σκαρβέλης

Δραπετεύοντας από την Ελλάδα με πλαστό διαβατήριο το 1970, ο Γ.Π., καταζητούμενος “δι’ υπόθεσίν του” από τις ελληνικές διωκτικές αρχές και τα κυνηγόσκυλα της δικτατορίας, βρίσκει αρχικά καταφύγιο στις σεβαστές, δια την εμπειρίαν τους των σκοτεινών δρόμων ου μην αλλά και φιλοδημοκρατικές, πουτάνες της Keizerstrasse στη Φρανκφούρτη.

Η «Keizerdam» (στην αργκό), σήμερα, κατά κάποιον τρόπο αναβαθμίστηκε, δίπλα-δίπλα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, με υπέροχα καφέ, καταστήματα, γκαλερί και πεζόδρομους. Σχεδόν καμία πουτάνα (φιλοδημοκρατική ή όχι), δε ρίχνει πια την παρδαλόχρωμη και μελαγχολική σκιά της στη διατεταγμένη ευφορία.  Αντιθέτως. Η σημερινή Kaizerstrasse και τα συνδεδεμένα περιβάλλοντά της είναι δρόμοι πλημμυρισμένοι από πληθώρα επίδοξων “executives” και νεογιάπις σταμπαρισμένων με το χρώμα του εταιρικού χρήματος (metallic grey κοστούμια) να κατακλύζουν τα bistro για business φλυαρία με brunch. Ανία.

Και παραδίπλα, σαν αντίστιξη, κυρίως τα απογεύματα-σούρουπα, κουρνιάζουν στα πεζοδρόμια κάτι αλαφιασμένοι Rasta παίζοντας εξωτικά όργανα, κραδαίνοντας τα δικά τους μυστηριακά χαϊμαλιά και κουκλάκια έξω απ’ την Όπερα, τελετουργώντας το δικό τους ιδιότυπο VooDoo, εκτοξευόμενο βλάσφημα και πονηρά στα περουκίνια των φιλότεχνων αστών που προσέρχονται ευλαβικά στις παραστάσεις.


hilfe-berlin-west-1971-wie-heisst-die-strasse-wo-das-aufgenommen-wurde-7227ff3c-44d9-42aa-affc-fc4a1192921c

***

Καθώς όμως οι άνθρωποι του “κόσμου κάτω απ’ τα πεζοδρόμια και πίσω απ’ τη βιτρίνα”, οι άνθρωποι της άγνωστης κυψέλης κάτω απ’ τα πόδια μας γνωρίζουν πολλά μονοπάτια [κυρίως στις λιγότερο φωτισμένες γωνιές], στις αρχές του 1971 ο Γ.Π. καταλήγει να λυτρωθεί απ’ τη λύσσα των κυνηγόσκυλων στο Δυτικό Βερολίνο πια, αλλάζοντας το όνομά του με εικονικό γάμο που έγινε τελικά πραγματικός με την προσθήκη δύο τέκνων, αποκτώντας την πολυπόθητη Γερμανική νομιμότητα η οποία θα τον γλύτωνε οριστικά απ’ τα τσακάλια κάθε ολοκληρωτισμού που ανίχνευαν λαίμαργα τη μυρωδιά του.

Εφ’ όσον είσαι φίλος με τον Γ.Π. αλληλογραφείς. Και η αλληλογραφία με “outlaws” είχε συνέπειες κατά τα έτη 1970-1971 . Οι «δι’ υπόθεσίν σας» προσκλήσεις, τις οποίες αμφιβόλως απολαύσαμε τότε, κατέληξαν στο να γίνουμε κοντινά γνώριμοι με τους ανακριτές της γειτονιάς μας, σε βαθμό ν’ ανταλλάσσουμε ρουτινιάρικους πλέον διαλόγους και τα νέα της ημέρας τελικά. Η απορία τους, που δεν τους λύθηκε ποτέ, ήταν … “γιατί αλληλογραφείς με μια πουτάνα”.


Frankfurt_-_Hauptbahnhof_(1970)
Frankfurt – Hauptbahnhof (1970)

***

Δεκέμβριος 1978. Με 1.000 μάρκα κρυμμένα στο χαρτονένιο εξώφυλλο ενός βιβλίου, (πολυτέλεια πέραν του επιτρεπτού «συναλλάγματος»,  σαν παιδιάστικη απόπειρα περιπέτειας και σκανταλιάς) αποβιβάζεσαι στη Φρανκφούρτη ακολουθώντας ασυναίσθητα το προγενέστερο δρομολόγιο φυγής του φίλου σου.

Το ξενοδοχείο, φθηνό για μια νύχτα, στο τέλος της Kaizerstrasse, βολικά δίπλα στον Κεντρικό Σιδηροδρομικό Σταθμό, όπως σε όλους τους Κεντρικούς Σταθμούς σε όλο τον κόσμο. Το πρωϊνό είναι αυτοκρατορικό, επιτρέποντάς σου να φας για δυο μέρες πριν αναχωρήσεις για τη χώρα μετά το Τείχος.

Το “non-stop” τρένο Φρανκφούρτη-Δυτικό Βερολίνο, λύνει τους κάβους ακριβώς στην ώρα του, 07.30 π.μ. Έχοντας φάει για δυό μέρες μάλλον νυστάζεις, αλλά η γοητεία της ανακάλυψης μιας χώρας μεσ’ απ’ το παράθυρο ενός τρένου παράγει μπόλικες ενδορφίνες που κατανικούν την ραθυμία της πέψης σημαντικών ποσοτήτων αυγών και αλλαντικών.

Διασχίζεις ταχύτατα ό,τι απομένει από τη Δυτική Γερμανία. Στο σύνορο Δυτικής-Ανατολικής γίνεται η μοναδική στάση. Επιβιβάζονται οι VoPos (VolksPolizei – Λαϊκή Αστυνομία), οι ακοίμητοι φρουροί του ναρκοθετημένου παραδείσου.

Το τρένο σφραγίζεται. Κυριολεκτικά. Ασφυκτικά. Σε κάθε θύρα και διάδρομο, ένας VoPo με επ’ ώμου αυτόματο και πρόσωπο τσιμεντένιο, ακριβώς όπως το Τείχος που υπερασπίζεται.
Έλεγχος διαβατηρίων κάθισμα-κάθισμα και σχεδόν ετοιμάζεις ενδόμυχα την απολογία «Κύριε αστυνόμε, πράγματι, απλά τουρίστας είμα, bitte», φορώντας το αθωότερο παιδικό σου ύφος, μισώντας τον εαυτό σου για την ασυναίσθητη ανάγκη σου ν’ απολογηθείς μπροστά σε μιαν ανελέητη εξουσία.

Δε χρειάστηκε.

teixos1

Μετά τον έλεγχο των VoPos, ο απέναντι συνταξιδιώτης, ελαφρώς χλωμός απ’ τη δοκιμασία, σε κερνά αυθορμήτως μια μπύρα. Παρά το πρώϊμο της ώρας την καταναλώνεις αυθωρεί. Prozt!

Το τρένο περνάει non stop ταχύτατα μέσα απ’ την Ανατολική Γερμανία, μέχρι το Τείχος. Στους σταθμούς που διέρχεται, ο διψασμένος ταξιδιώτης βλέπει αραιά και που αυτοκινητάκια Trabant και μερικά Ρωσικά Zigouli και Moskovitz σε αναμονή πίσω απ’ τις μπαριέρες της φραγμένης σιδηροδρομικής γραμμής, μαραμένα χωράφια, ξεφτισμένες προσόψεις σπιτιών, κάποιους γκρίζους πεζούς με χαμηλωμένα πρόσωπα και αρχαία ποδήλατα στις, σφραγισμένες και φρουρούμενες επίσης, πλατφόρμες.

Και κανείς… μα κανείς δεν κοιτάζει προς τη μεριά του «Δυτικού Τραίνου». Σαν να μην υπάρχει, σαν να μην περνάει. Αυτό, περισσότερο απ’ όλα, μαγνητίζει το βλέμμα του λαίμαργου ταξιδιώτη. Είναι εγνωσμένη άρνηση παραδοχής της ύπαρξης ενός τραίνου, στο οποίο αυτοί που το βλέπουν να περνά δε θ’ ανέβουν ποτέ. Το ξορκίζουν αγνοώντας το. Ταξιδεύεις σ’ ένα ανύπαρκτο τραίνο.


deutsc32

***

Ο Κεντρικός Σιδηροδρομικός Σταθμός του Δυτικού Βερολίνου, της διαιρεμένης περιτοιχισμένης πόλης, είναι απλά μια υπερβολή, μια επιδεικτική λάμψη, σαν εκείνα τα μεγαλειώδη λόμπυ υποδοχής των Βρεττανικών Κρατικών κτιρίων, ειδικά διαμορφωμένων για να θαμπώνουν τους Ινδούς μαχαραγιάδες και κάθε πληβείο.

Ένα κενό, διανθιζόμενο απ’ τα καταναλωτικά καλούδια της Δυτικής Ευφορίας, ποικιλμένο από κακόγουστα Sex Shops στα Duty Free. Κακαισθησία στο χείριστο, αλλά έτσι κι αλλιώς, εκείνη την εποχή,  το Δυτικό Βερολίνο είναι μια βιτρίνα σκοπίμως επιλεγμένη γι’ αυτόν τον ρόλο.

Κι αυτό ήταν κρίμα, καθώς ήταν μια πόλη-κράτος (η τελευταία ίσως πόλη-κράτος) με εξαιρετικά δημιουργικό κόσμο και, ακόμη κι ως σήμερα, πολύ πρωτοπόρα σε πολιτιστική καθημερινότητα και καινοτομία. «But, that’s another story…», που έλεγε και ο Kipling, καθώς σου έρχεται στο νου η φράση του J.F.K. «Ich bin ein Berliner».

Ο άμαθος, τότε, ταξιδιώτης, νομίζοντας ότι ακόμα ζει στην επαρχία του, επιλέγει ταξί για τον προορισμό του αντί για τα ποικίλα και πάμφθηνα Μ.Μ.Μ. Επιλογή που ο άμαθος ταξιδιώτης πληρώνει σε χρυσό από τα περιορισμένα και ,εν μέρει λαθραία, μάρκα του, παρακολουθώντας ,έντρομος σε όλη τη διαδρομή, έναν φλεγματικό Σάξονα «ταρίφα» να καπνίζει αρειμανίως το τσιμπούκι του (η πολιτική ορθότητα δεν είχε ανακαλυφθεί ακόμη), ενόσω χτυπάει 200 χιλιόμετρα την ώρα με το Ford Granada 2.5 λίτρων που κουμαντάρει στον αυτοκινητόδρομο – καθρέφτη τεσσάρων λωρίδων προς την πόλη.

Πράγμα, για το οποίο αργότερα ο πρώην καταζητούμενος Γ.Π., μετά τη συγκίνηση της συνάντησης, λίγο πριν ξεκινήσει το οδοιπορικό του Τείχους, σκάει και χτυπιέται στο γέλιο με την αφέλεια του φίλου του, όταν ακούει το πάθημά του με το Γερμανό ταξιτζή. Είναι ενδιαφέρον να χτυπιέσαι στα γέλια, ταυτοχρόνως κλαίγοντας αγκαλιά με το φίλο σου για το «Καλώς ήρθες ρεμάλι».


teixos3

***

Το Kreuzberg ήταν γειτονιά κυρίως Ελλήνων, Τούρκων, Γιουγκοσλάβων και Ιταλών, πλέον ενός σχετικά φτωχού τμήματος Γερμανικού πληθυσμού. Κυρίαρχο φυλετικό στοιχείο οι Τούρκοι. Το Kreuzberg ήταν απλά σύνορο, δίπλα στο Τείχος. «Οι ανατρεπτικές ιδέες γεννιούνται με πυρετώδεις ρυθμούς στο Kreuzberg»,  λέει σήμερα το σλόγκαν που το Kreuzberg έχει μετατραπεί στη χαρά του καλλιτέχνη και του δημιουργού, με lofts, εργαστήρια, εκθέσεις και γκαλερί.

Τότε, το 1978, το Kreuzberg ήταν απλά «το σύνορο», μια γειτονιά μεταναστών, με τα Τουρκάκια να ρίχνουν στρακαστρούκες στα πόδια μας, προκαλώντας μας να παίξουμε μαζί τους ξυλίκι και «ρόδα» και μετά να φάμε κερασμένη κρεατόπιτα στα μαγαζιά των γονιών τους.  Ο Αρίφ (Κούρδος), έφτιαχνε τη θεϊκότερη κρεατόπιτα της υφηλίου. Με τα παιδιά του να στριφογυρίζουν σαν δαιμόνια ξωτικά γύρω σου ξανα-ανακαλύπτεις το παιχνίδι, καταπίνοντας αμέτρητα μικροσκοπικά φλυτζανάκια γλυκό Τούρκικο τσάϊ. Και αντίκρυ το Τείχος, σαν τσιμεντένια οδοντοστοιχία, θυμίζει επιτακτικά ότι δεν μας επιτρέπουν να ελπίζουμε.


teixos4

***

Σήμερα, το φυλάκιο ελέγχου Charlie [CheckPoint Charlie] είναι ένα θλιβερό απομεινάρι καταμεσίς του Βερολίνου. Τότε … ήταν το πέρασμα του τρόμου.

Αφού περνάς το διαβατήριο από μια σχισμή, σου επιστρέφεται ζεστό (και φωτοτυπημένο). Το πέρασμα για τα αυτοκίνητα είναι ένα “ζιγκ-ζαγκ” με τσιμεντένιες μπαριέρες (ο μεγάλος John Le Carre το έχει περιγράψει απείρως καλύτερα από την ημετέραν ταπεινότητα). Το χρώμα είναι το γκρίζο. Οι VoPos σου αλλάζουν υποχρεωτικά 20 Δυτικά μάρκα σε ΑνατολικοΓερμανικά, απολύτως κατάλληλα για ταπετσαρία. Ο Γ.Π. εξαφανίζεται σε κάποια σχισμή του λαβυρίνθου του CheckPoint Charlie και, μετά από τρείς ώρες αναμονής σ’ έναν παγωμένο πάγκο, ανακαλύπτεις ότι έχει στενές σχέσεις με τον αντιφρονούντα ποιητή Wolf Biermann, ο οποίος παρεμπιπτόντως σου αρέσει πολύ, αλλά ‘ο-φίλος-σου-που-θα φάει-μπουνιά-στη-μούρη-αμέσως-μετά’ δεν σου το έχει ‘πει, πριν υποστείς τον τρόμο των καταιγιστικών ερωτήσεων των VoPos, που βάζουν σε τρομερή δοκιμασία τα Γερμανικά σου.

Οπότε, στον παγωμένο πάγκο, έναντι ενός τσιμεντένιου, σαν το Τείχος του, VoPo, αρχίζεις να σκέπτεσαι τα ενδεχόμενα. Φαντασιακά σπάζεις πέτρες για την υπόλοιπη ζωή σου στα χρυσωρυχεία της Κολίμα στον Αρκτικό Κύκλο, σέρνεσαι σε ένα Γκουλάγκ σαν φάντασμα, νοιώθεις ήδη την αίσθηση της χειροπέδης στους καρπούς σου, μέχρι που ο Γ.Π. [τον οποίο θα καταχεριάσεις δεόντως μόλις βγεις από το Charlie] εμφανίζεται κάπου απ’ τις σκιές μ’ ένα μισοχαμόγελο αλεπούς.
Κάθε φορά που περνάει «απέναντι», του κάνουν τα ίδιο καψόνι για «σπάσιμο». Αλλά ο δικός σου πισινός είναι που έχει παγώσει πάνω στον πάγκο και οι προοπτικές που έχεις φαντασιακά βιώσει είναι η μια ζοφερότερη απ’ την άλλη, καθώς ο VoPo σε κοιτάει σαν μεζέ.


530800_a86ef115a8-ac74b2f51539f03b.jpg

***

Το Τείχος απ’ την πλευρά του Ανατολικού Βερολίνου έχει 30 μέτρα ναρκοθετημένη απόσταση ασφαλείας. Κάθε εκατό μέτρα φυλάκιο με πολυβόλο. Όλα τα κτίρια που “βλέπουν” προς το Δυτικό έχουν χτισμένα παράθυρα. Παρά ταύτα, οι λαμπερές διαφημίσεις της “Δύσης” που είναι αναρτημένες, στραμμένες προς την «Ανατολή» αντικρύζοντας τo Tείχος, δε σβήνουν ποτέ. Ματαιοδοξία απέναντι στη στέρηση. Μια χυδαιότητα απευθυνόμενη στις στοιχειώδεις –και εν πολλοίς ανικανοποίητες- ανθρώπινες ανάγκες. Γιατί?

Και ξέρεις, χωρίς να το έχεις δει, πως κάμποσοι φτωχοδιάβολοι, χωρίς τις απαραίτητες «διασυνδέσεις» στις σκοτεινές γωνιές αυτού του κόσμου, καρφώθηκαν σαν μύγες στο ατσαλόσυρμα, σε απέλπιδες και ανοργάνωτες προσπάθειες να σαλτάρουν [κυριολεκτικά] προς μιαν αμφίβολη ελευθερία. Γιατί?


va-nippoldt_berlin-image_01_04680

***

Η βιβλιοθήκη Karl Marx, «σοσιαλιστικής» αρχιτεκτονικής (υπερβολή και Gothic) έχει, σχεδόν, αποκλειστικά … Karl Marx. Τελεία. Παράγραφος.

Η μεγάλη αναπάντεχη απόλαυση είναι ένα jazz club, underground φυσικά, αλλά απ’ έξω είναι μόνιμα σταθμευμένο το van με τους VoPos.Από τον λαόν, προς τον λαόν, άνευ του λαού, επί του λαού. Ένα λατρευτό jazz κουτούκι, ομίχλες καπνού, βραχνές φωνές και σαξόφωνο, ερωτικές κουβέντες, ζέστη μέχρι να ξαναβγείς στα έρημα και παγωμένα πεζοδρόμια προς την (πάντοτε παρακολουθούμενη) φτωχική πανσιόν σου, μια επιτρεπτή παρέκκλιση της «σοσιαλιστικής ορθοδοξίας» και ταυτόχρονη ανέξοδη παρακολούθηση των «αντιφρονούντων».
Η φριχτά πουριτανική και γκρίζα «ηθική» τάξη του περιτοιχισμένου και ναρκοθετημένου παραδείσου έχει, βολικότατα βέβαια, ξεχάσει τις «φοιτήτριες», που σουλατσάρουν παιχνιδιάρικα στην έξοδo μετά το CheckPoint Charlie, με ντεκολτέ «βυζάκια έξω» στους -4 Celsius. Το δυτικό μάρκο ήταν πολύ δυνατός καταλύτης ηθικής τάξεως.


***

teixos6Εκείνα τα Χριστούγεννα δεν υπήρξε γαλοπούλα, αλλά χορτόπιτα και σπιτικό ψωμί με κασέρι (στο σπίτι του «φυγά») κι’ ένα δείπνο που παρέθεσε μια Βιετναμέζα μουσικός και ο Πρώσσος ζωγράφος φίλος της στο Kreutzberg στο σπίτι τους, που τα μισά παράθυρα ήταν σφραγισμένα με σανίδες. Καλλιτέχνες.


***

Ο Αρίφ έστειλε ευχετήρια κάρτα την επόμενη χρονιά. Κρεατόπιτα δεν περνάει από το ταχυδρομείο.


***

Στο σταθμό του τραίνου πηγαίνεις για την επιστροφή με – 22 Celsius. Το Βερολίνο βρίσκεται στο ίδιο γεωγραφικό πλάτος με τη Μόσχα. Πάγος στα πάντα, μέσα κι έξω. Μια κοπέλα στρίβει τσιγάρο με το ένα χέρι, σα νταλικέρης.


***

Η Ολυμπιακή χρεώνει τον καφέ. Κοστίζει 1,5 μάρκα. Σου έχει απομείνει μόνον ένα, καλά που πήρες τα λαθραία.
Είναι ασύλληπτη η αίσθηση, πόσο πολύ μπορεί να σου λείψει ένας καφές.


***

Το 1993, ο πρώην καταζητούμενος Γ.Π. αναγορεύεται ομότιμος Καθηγητής Ιστορίας και Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο του ,«ενωμένου» ας πούμε πια, Βερολίνου.


 

Σχολιάστε

Εισάγετε τα παρακάτω στοιχεία ή επιλέξτε ένα εικονίδιο για να συνδεθείτε:

Λογότυπο WordPress.com

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό WordPress.com. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Φωτογραφία Facebook

Σχολιάζετε χρησιμοποιώντας τον λογαριασμό Facebook. Αποσύνδεση /  Αλλαγή )

Σύνδεση με %s

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.