
Η αιώνια επιστροφή στην αρχή των όλων, δεν ανατρέπει τα προπατορικά ατοπήματα, ίσα ίσα τα ενισχύει καταθλιπτικά. Η διαδρομή συνεχίστηκε και μ’ έφερε κοντά στο Μίσος : άρνηση για τους αγίους και σωτηρία για τους δυνατούς, πόλεμος κανονικός για επιβουλή και κυριαρχία, κατάπτωση όμως σε ρίμες, δοκίμια, και στοχασμούς για σοφούς και ποιητές.
Λίγο πιο δίπλα, με περίμενε το Τίποτα : το μηδέν έχει τον πρώτο λόγο στον περίπατο, ίσως και στην πιο μεγάλη διαδρομή που θα τολμήσεις, φτάνει να βρεις έναν οποιανδήποτε λόγο για να νιώσεις το παράλογο του κόσμου και του πόνου, και να ξυπνήσεις άφοβος μέσα στα βαθιά μεσάνυχτα ή στη ζώνη του λυκόφωτος (υπάρχει η δυνατότητα επιλογής εφιάλτη ).
Αποχωρώντας, οι περιπατητικοί συνειρμοί με οδήγησαν κατευθείαν στο Λάθος : η ίδια η ζωή ξεπρόβαλε από το μεγάλο μαυσωλείο, μοιράζοντας επιγραφικά δάκρυά και αποφάσεις. Άδειασε τις μαρκίζες και τα πρόσωπα από συνθήματα και μάσκες ( οι αποκαλύψεις είναι δίχως αντίρρηση ), τοποθετώντας αντιτελετές και γνήσιες λέξεις, αόρατες , κατά κάποιον τρόπο σωτήριες μπροστά στην απόλυτη τρέλα (τα ημίμετρα δεν έχουν θέση).
Αμέσως μετά η στάση ήταν στη λέξη Τέλος : σαφώς υπάρχει ένα αγεφύρωτο χάσμα ανάμεσα στην πτώση και την παρακμή, στην απέχθεια και τη συγκίνηση, στη λαχτάρα και τη γνώση. Το τέλος όμως, είναι μια προετοιμασία για όλους, μια γεφυροποιός έννοια προς την ανυπαρξία και τη δημιουργία ( φιλοσοφικά κι αντανακλαστικά ), και φυσικά αφορά κι όλους τους άλλους που θα ‘ρθουν, πιστά και πειθήνια ( πάντα με μυστικά δάκρυα στην ψυχή και στο σώμα).