«Γιατί τι ήσουν;
Μια ψυχή όρθια ανάμεσα σε ζωές υφέρπουσες.
Ζούσες εσύ.
Μα τέτοια ζήση δεν την συνόδευε κανείς..»
-από την Ευαγγελία Αγγελούση.
Γιατί τι ήσουν;
Μια φλέβα τεντωμένη σε παγωμένο σώμα.
Έβραζες εσύ.
Ακούστηκε ο κοχλασμός σου
σε κάθε νεύρο του κορμιού.
Μα τέτοια νέκρα δεν την ανασταίνεις.
Γιατί τι ήσουν;
Ένα ροδοπέταλο ολοζώντανο
απομεινάρι κρεμασμένο πάνω σε άγρια αγκάθια.
Μοσχοβολούσες εσύ.
Μα τέτοιο ρόδο δεν έσκυβε κανείς να το μυρίσει.
Γιατί τι ήσουν;
Μια δροσοσταλιά πάνω σε ηλιοκαμένο βράχο.
Κυλούσες εσύ.
Μα σε τέτοιον βράχο δεν ξαπόσταινε κανείς.
Γιατί τι ήσουν;
Μια νότα χαρμόσυνη πάνω σε αναλόγια λυγμών.
Γλυκοτραγουδούσες εσύ.
Μα τέτοιο άσμα δεν το σιγοψιθύριζε κανείς.
Γιατί τι ήσουν;
Μια ψυχή όρθια ανάμεσα σε ζωές υφέρπουσες.
Ζούσες εσύ.
Μα τέτοια ζήση δεν την συνόδευε κανείς.
Μόνη της η φλέβα.
Μονάχο του το ρόδο.
Ασκήτρια η δροσοσταλιά.
Μοναχοπαίδι η νότα.
Ερημίτισσα κι η ψυχή.
Σκαλίστηκαν σε μάρμαρο.
Αυτό τα καλοδέχτηκε.
Και μόνον τότε γνώρισες
την συντροφιά των θνητών.
Ως Αθάνατος!