Δεν ξέρεις τι είναι ν’ αγαπιέσαι βαθιά, απόλυτα. Να γίνεσαι κακομαθημένη, απαιτητική, δύστροπη, μόνο και μόνο για να δοκιμάζεις την αγάπη του άλλου, να επιβεβαιώνεις πως είναι χωρίς όρια. Να βλέπεις το χαμόγελο ν’ απλώνεται με γλύκα σ’ ολόκληρο το πρόσωπο, μόνο και μόνο γατί σ’ αντικρίζει… Τσιμπλιάρα, κακομούτσουνη, με τα μαλλιά ανακατεμένα. Να σ’ αγκαλιάζει και να σε φιλάει με πάθος όπως κι αν είσαι, κι άμα σε δει φτιαγμένη και περιποιημένη, να εκστασιάζεται λες και σε βλέπει για πρώτη φορά. Να σε παρηγορεί για τις βλακείες σου, να στέκεται βράχος στις στεναχώριες σου, να γελά με τα πιο κρυόπλαστα αστεία σου… Να σκέφτεται για σένα πριν από σένα. Να σε υποδέχεται σαν να είχε να σε δει χρόνια, να σε εκπλήσσει διαρκώς, να σου δείχνει την αγάπη του με χίλιους τρόπους…
Σίγουρα, δεν ξέρεις πως είναι!
Δεν ξέρεις τι σημαίνει να είσαι ενήλικη κι όμως να ζεις ξέγνοιαστα, σαν παιδί! Να μην έχεις καμία ευθύνη, γιατί κάποιος άλλος φροντίζει τα πάντα! Τα πάντα όμως! Και το κάνει από καρδιάς, χωρίς να κακιώνει με τη δική σου αδιαφορία, χωρίς να περιμένει ανταπόδοση. Το κάνει μόνο και μόνο επειδή θέλει να σου προσφέρει την πολυτέλεια της ανεμελιάς. Επειδή χαίρεται, ευχαριστιέται ο ίδιος να σε βλέπει να πετάς ελεύθερη σαν πεταλούδα, γιατί εγώ αυτό υπήρξα, μια πεταλούδα ελεύθερη κι ανέμελη.
Στάθηκα τυχερή στη ζωή μου. Είχα έναν πατέρα που με λάτρευε, που κοίταζε με μισό μάτι όποιον υπέθετε πως μπορούσε να με στεναχωρήσει, που είχε θέσει εαυτόν στην υπηρεσία της ευτυχίας μου. Και όπως ήταν φυσικό, βρήκα και παντρεύτηκα τον αντίστοιχο άντρα, έναν άντρα ο οποίος συνέχισε επάξια τη συμπεριφορά του πεθερού του! Κι όταν ο πατέρας μου πέθανε ο πόνος ήταν μισός, επειδή φρόντισε ο άντρας μου να μ’ αγαπά διπλά, να μ’ αγαπά και για ‘κείνον που έλειπε!
Όχι, δεν ξέρεις τι σημαίνει να βασιλεύεις, να ηγεμονεύεις πες καλύτερα, στην καρδιά του άλλου! Ούτε μπορείς να φανταστείς τα νάζια, τα καπρίτσια, τα πείσματα που μετερχόμουν μόνο και μόνο για δω τα πρόσωπα τους -του πατέρα μου πρώτα, του άντρα μου στη συνέχεια- ν’ αγάλλονται μετά τη σύγχυση και την αναστάτωση που τεχνηέντως προκαλούσα!
Ήμουν ευτυχισμένη! Είχα συνηθίσει να είμαι ευτυχισμένη. Η ευτυχία ήταν για μένα η καθημερινότητα μου, όμοια με το φως της ημέρας. Άλλες φορές πιο λαμπερό, άλλες λιγότερο, αλλά πάντα εκεί. Κανείς δεν αναρωτιέται ποτέ αν αύριο θα ξημερώσει, είναι δεδομένο. Κι όμως μια μέρα δεν ξημέρωσε για μένα, σαν αφέγγαρη νύχτα με τύλιξε ασφυκτικά το σκοτάδι. Άνοιξε η γη και με κατάπιε! Χάθηκε ο άντρας μου παίρνοντας μαζί του τον ήλιο, τον ουρανό, τ’ αστέρια…, τα πάντα εξόν από μένα. Μ’ άφησε! Μ’ άφησε τρομοκρατημένη ν’ αναμετριέμαι με το χάος!
Άκουγα τον εαυτό μου να ουρλιάζει και δεν πίστευα πως ήταν η δική μου η φωνή. Άγρια, γοερή, σπηλαιώδης… Προσπαθούσες να με ηρεμήσεις, το θυμάμαι, αλλά δεν ήθελα να ηρεμήσω! Να ξεράσω την οδύνη που μ’ έπνιγε ήθελα, τον πόνο που με δίπλωνε στα δύο κάνοντας με να σπαράζω!
Μου λες πως έχω κατάθλιψη, πως πρέπει να πάρω φάρμακα, θυμώνεις που αρνιέμαι… Δεν καταλαβαίνεις! Δεν θέλω να νιώσω καλύτερα! Δεν θέλω παρηγοριά! Κι όσο κι αν αυτό μπορεί να σε φοβίζει, δεν θέλω να σκεφτώ κανένα αύριο! Το μόνο που θέλω είναι ν’ αφεθώ στο θρήνο μου, γιατί έχω μια πληγή στην ψυχή που αιμορραγεί ακατάπαυστα και πρέπει να βρει διέξοδο…
Έζησα πολύ προστατευμένη για ν’ αντέξω τη σκληράδα της ζωής… Μόνο οι πονεμένοι αντέχουν, εκείνοι που ασκήθηκαν από νωρίς κι έμαθαν να ζουν αγκαλιά με την οδύνη. Εγώ δεν έμαθα κι ούτε θέλω να γνωρίσω αυτήν την πλευρά του βίου. Προσομοιάζει με πολύπλοκο μηχανισμό όπου οι οδηγίες χρήσεως κρίνονται απαραίτητες, κι εμένα παρέλειψαν να μου δώσουν το εγχειρίδιο. Εξάλλου, αρνούμαι πλέον να διαβάσω, αρνούμαι να ταλαιπωρηθώ, αρνούμαι οτιδήποτε δεν συνάδει με μια πεταλούδα, γιατί εγώ –σε αντίθεση με σένα- δεν πιστεύω στην αυταξία της ζωής. Η αυταξία, καθώς και οι υπόλοιπες παρεμφερείς φιλοσοφίες, είναι δικαιολογίες, παραμύθια για όσους δεν τολμούν να ομολογήσουν πως η ζωή αξίζει μόνο κάτω από συγκεκριμένες προϋποθέσεις, και οι δικές μου πέταξαν μακριά. Μην απορείς λοιπόν και μην ταράζεσαι που αρνούμαι να συνεχίσω, για πεταλούδα, έζησα αρκετά.