«Ένας φρεσκοκαμένος έρωτας μια νύχτα κατατρόμαξε
Έκανε κύκλους πάνω από τη σκάλα
Χτυπούσε δω και κει ματώνοντας την τέφρα…»
– γράφει ο Κωνσταντίνος Σπίγγος

κόβει ροδέλες το κορμί του
και τις σκορπά σαν φωτοστέφανα
σε υπόγειους μαύρους φούρνους
Ένας φρεσκοκαμένος έρωτας μια νύχτα κατατρόμαξε
Έκανε κύκλους πάνω από τη σκάλα
Χτυπούσε δω και κει ματώνοντας την τέφρα
Ξοπίσω βγήκανε σερνάμενα τ αδέλφια του
Με βογγητά αργοψήνονταν για χρόνια
Με κόπο άνοιξαν το στόμα τους
που έφριττε από ξηρασία
«Ανεξαρτήτως των αποριών
εμμένουμε, παράφοροι για το ληγωτικά ατελές!
Βιαστείτε, οι ζήλον υπερβάλλοντες αποτεφρωτές!
Διαγράψτε τους επιταφίους, οι συνθέτες!
Και όλα σας τα ποιήματα
που περιέχουν μνήματα
χειμωνανθούς και νεκρικές πομπές
πάραυτα διορθώστε, οι δημιουργοί!
… εκτός από τους έρωτες…
Μονάχα μία φορά πεθαίνουν τα πουλιά
οι άνθρωποι μπορεί και δέκα
μα οι έρωτες γίνονται στάχτη ζωντανοί»