«Και πώς ν’ αντέξουν οι έρημες
του στήθους την ανάσα
όταν μεγάλωσαν κι οι δυο
στους χτύπους του μυαλού;»
-γράφει η Ευαγγελία Αγγελούση
του στήθους την ανάσα
όταν μεγάλωσαν κι οι δυο
στους χτύπους του μυαλού;»
-γράφει η Ευαγγελία Αγγελούση
Ήρθαν δυο σκέψεις
και στριμώχτηκαν στο στέρνο μου
η μία φόνισσα λυτρωτική της μνήμης
κι η άλλη ετοιμόγεννη
στο βάσανο της λήθης.
Βογκούσαν
σπρώχνονταν μαρτυρικά.
Πάλευαν ώρες ποια θα κερδίσει
να πιάσει τα άβολα καθίσματα.
Μέσα σε χώρο άπλετο
δεινοπαθούσαν
μα επέμεναν να μείνουν
για φονικό και τοκετό.
Και πώς ν’ αντέξουν οι έρημες
του στήθους την ανάσα
όταν μεγάλωσαν κι οι δυο
στους χτύπους του μυαλού;
Γιατί η σκέψη, άνθρωπε
στο νου σου μόνο βρίσκει θώκους.
Στα στήθη πελαγοδρομεί
τη λούζει του πάθους η αντάρα.
Ώσπου την ακούς
να πνίγεται
στις πεινασμένες τζούρες
του καπνού σου…
Ήρθαν δυο σκέψεις
στο ξερονήσι της ψυχής μου
μα ναυάγησαν.
Κι από τότε μαζεύω ναυαγούς…