Πέρασε καιρός και το κάψιμο σε κάθε ανάσα έγινε μια ακόμη συνηθισμένη αντίδραση στην ήδη βαρυφορτωμένη καθημερινότητα.Ήρθε χειμώνας και, πλέον ακόμη και στο ίσιωμα, ο κρύος αγέρας με έκανε να νιώθω τα στήθια μου να καίγονται σε κάθε ανάσα. Όμως το κάπνισμα, κάπνισμα. Κι έτσι ήρθε η άνοιξη και το περπάτημα είχε γίνει ένα μικρό μαρτύριο.Ώσπου κάποια των ημερών, πίνοντας καφεδάκι με έναν φίλο βιολόγο, πιάσαμε κουβέντα για τα νεώτερα, σχετικά με τις ιδιότητες και την οργάνωση ενός εγκεφάλου. Έτσι, λοιπόν, για πρώτη φορά, άκουσα ότι η «ελεύθερη βούληση» είναι απλά ένα πολιτικό και θρησκευτικό παραμύθι με στόχο την χειραγώγηση των ανθρώπων.
Η θεώρηση ότι ο άνθρωπος γεννιέται και εφοδιάζεται με ελεύθερη βούληση από κάποιο υπέρτατο όν, δίνει στην πολιτεία και στο ιερατείο την απαραίτητη νομιμοποίηση να ενοχοποιεί τους πολίτες ή το κοπάδι (ποίμνιο) για πράξεις που στην πραγματικότητα, είχε προγραμματιστεί ο εγκέφαλος να τις εκτελέσει αυτόματα, γιατί έτσι διδάχτηκε με την χρόνια επανάληψή τους.
Και βέβαια, με αυτό το πρόσχημα να υποχρεώσει τους πολίτες σε τιμωρίες και δηλώσεις μετάνοιας και υποταγής, καταρρακώνοντας την προσωπικότητά τους. Με την δημοσιοποίηση των τιμωριών παραδειγματίζονται, δηλαδή χειραγωγούνται, οι υπόλοιποι.
– Ας θεωρήσουμε, είπε ο φίλος, ότι ένα παιδάκι τότε στο δημοτικό, σου είχε βρίσει τη μάνα. Αν το πλάκωσες στο ξύλο, είχες κάνει το πρώτο βήμα στην παραβατικότητα. Αν μάλιστα η παρέα σου, σε είχε επευφημήσει και είχε πεί ότι «καλά του έκανες του κωλόπαιδου που τόλμησε να σου βρίσει τη μάνα», τότε έγινε και το δεύτερο βήμα.
– Τι εννοείς;
– Εννοώ ότι την επόμενη φορά που θα σου έλεγε κάποιος «σου γαμώ τη μάνα», θα τον πλάκωνες στο ξύλο, γνωρίζοντας ότι ο στενός κύκλος σου θα επικροτούσε την πράξη σου. Αργότερα, καθώς πλέον θα είχε επικυρωθεί κοινωνικά η βίαιη αντίδρασή σου σε ό,τι σε έθιγε, θα διαπίστωνες πως ο περίγυρός σου σε φοβάται κι αυτό θα σου έδινε ακόμα ένα πλεονέκτημα.
– Αχά, σε καταλαβαίνω…
– Μεγαλώνοντας, η βία αναβαθμίζεται σε ποιότητα και ένταση και γίνεται κανόνας, ενώ η λογική και η νηφαλιότητα παραμένουν εν ανεπαρκεία. Και η στάση σου απέναντι στην κοινωνία είναι η στάση του κακομαθημένου άρπαγα και του οξύθυμου βαρβάρου.
– Και όλο αυτό γίνεται αυτόματα;
– Κατά κάποιον τρόπο ναι. Αυτός είναι ο τρόπος εκπαίδευσης όλων των νευρωνικών δικτύων, είτε πρόκειται για ένα άκαρι, είτε πρόκειται για έναν ελέφαντα.
– Αν τώρα, στα 20-25 σου, είχε βρεθεί κάποιος να κάνει το λάθος να σου βρίσει την μάνα, θα είχε στρέψει το κλειδάκι στο μυαλό σου και θα είχε πυροδοτήσει την άγρια βία. Πολύ πιθανό πλέον, χωρίς δεύτερη σκέψη, να τραβούσες το σουγιά και να του έκοβες με μια κίνηση το λαρύγγι. Και ίσως να το θεωρούσες και σωστό που τιμώρησες αυστηρά τον αυθάδη αλήτη…
– !!!!
– Ναι, πίστεψέ με, όλο αυτό έγινε αυτόματα. Τον φόνο αυτό δεν τον διέπραξες εσύ αλλά το κοινωνικό σου περιβάλλον που σε εκπαίδευε με επιβράβευση κάθε που αντιδρούσες βίαια σε συγκεκριμένο κώδικα.
– Και η συνείδηση; Τι ρόλο παίζει; Δεν αποφασίζει εκείνη;
– Όχι, στην πραγματικότητα όχι! Η συνείδηση είναι απλώς ένα εξελιγμένο εργαλείο που αναπτύχθηκε στο έπακρο, επειδή ο άνθρωπος είναι φύσει αργός και άοπλος απέναντι στα οπλισμένα και ταχύτατα σαρκοβόρα.
– Πρώτη φορά ακούω κάτι τέτοιο…
– Ο εγκέφαλος είναι ιδιαίτερα περίπλοκο εργαλείο, ένα προγραμματιζόμενο σύστημα αυτομάτου ελέγχου του σώματος, ένας πολυεπεξεργαστής που ρυθμίζει το σώμα σε αλληλεπίδραση με το περιβάλλον.
– Δηλαδή σε προγραμματίζει σταδιακά η ζωή;
– Ακριβώς! Και ο ρόλος της συνείδησης είναι να σχεδιάζει τρόπους αντιμετώπισης ενδεχόμενων καταστάσεων (νοητικό παιχνίδι ρόλων και καταστάσεων κινδύνου) και εκ των υστέρων να επικυρώνει μια επιτυχημένη επιλογή ή να απορρίπτει μια αποτυχημένη, ούτως ώστε να περνάει έτσι σαν αυτόματη αντίδραση του εγκεφάλου σε ανάλογο μελλοντικό περιστατικό. Αυτή είναι η συνεισφορά της συνείδησης στον προγραμματισμό επιβίωσης. Να σε προετοιμάζει να πράττεις το σωστό αυτόματα και ταχύτατα, χωρίς σκέψη. Φαντάσου να σου επιτίθεται σαρκοβόρο κι εσύ να αναρωτιέσαι τι είναι καλύτερο να επιλέξεις, το μαχαίρι ή την πέτρα. Σε έφαγε φίλε μου!!!
– Τότε; Που εντοπίζεται η ατομική ευθύνη;
– Πουθενά, είναι η αλήθεια. Πριν ακόμα η συνείδησή σου αποφασίσει κάτι, έχουν προηγηθεί σιωπηλά και ασυνείδητα, ένα σωρό εγκεφαλικές λειτουργίες, των οποίων δεν έχεις γνώση και έλεγχο, ενώ αυτό που σου πασσάρεται τεκμηριωμένα για λογικό συμπέρασμα από τη συνείδηση, στην πραγματικότητα, έχει προαποφασιστεί και τα επιχειρήματα υποστήριξής του έχουν επιλεγεί εν αγνοία της. Αν όλα ήταν συνειδητά λογικά, οι διαφωνίες θα ήταν σπάνιο φαινόμενο.
– Δηλαδή, οι υποτιθέμενοι βαθμοί ελευθερίας μας στην πραγματικότητα είναι μια κοινωνική φενάκη, μια αυταπάτη;
– Ναι, έτσι είναι. Στο παράδειγμα που σου έφερα, της πορείας προς το έγκλημα δηλαδή, στην ουσία, είσαι υπεύθυνος μόνο στον βαθμό που δεν συνειδητοποίησες εγκαίρως την πορεία σου, ώστε να φρενάρεις κάπου την εξέλιξη προς την εγκληματική συμπεριφορά και να αποφασίσεις να αλλάξεις τροχιά. Όμως, μην νομίζεις, ακόμα και αν το αποφασίσεις, είναι τρομερά δύσκολο να πετύχεις μεταστροφή. Θέλει έξυπνο χειρισμό που δεν θα διαθέτεις.
– Τότε, αν ισχύουν αυτά, το δικανικό μας σύστημα είναι ολότελα λάθος.
– Είναι! Κι επειδή ο νομοθέτης δεν γνώριζε το βιολογικό μέρος της διαδικασίας που οδήγησε στο έγκλημα, ειδικά για το παράδειγμά μας, επινόησε το έγκλημα «εν βρασμώ ψυχής», ώστε να το διακρίνει από το έγκλημα εκ προμελέτης και να καταλογίσει ελαφρυντικά. Αν και η προμελέτη έχει κι αυτή ρίζες στην ακούσια αντίδραση.
– Πωπω! Πραγματική επανάσταση στην θεώρηση του ατόμου και της ελευθερίας του. Μεταθέτει την ευθύνη για την διαμόρφωση του ανθρώπου στην κοινωνία και την παιδεία, δηλαδή στην εξουσία και τις αποφάσεις της…
– Δύσκολο να αλλάξει η κοινωνία τις αυταπάτες της όταν είναι ριζωμένες, χιλιάδες χρόνια, σε όλα τα φιλοσοφικά και θρησκευτικά κείμενα. Ας δούμε όμως κάτι πιό απλό. Γιατί καπνίζεις;
– Γιατί καπνίζω; Καλή ερώτηση!! Το ξεκίνησα για να παραστήσω τον άντρα όταν ήμουν πιτσιρικάς, τώρα, κάποιες στιγμές με ευχαριστεί αλλά, συνήθως, απλά καπνίζω.
– Ωραία. Η κοινωνική αναβάθμιση που νόμισες ότι κέρδιζες με το κάπνισμα, σου αύξανε τα επίπεδα ευχαρίστησης και ικανοποίησης κι έτσι, μια βρώμικη και ενοχλητική διαδικασία, μετατράπηκε σε ηδονική πράξη και αργότερα σε συνήθεια που παρείχε ψήγματα ηδονής, σωστά;
– Σωστά!
– Έτσι λοιπόν προγραμματίστηκε ο εγκέφαλός σου να υποφέρει όταν του λείπει το τσιγάρο και να νομίζει ότι χαίρεται όταν το ανάβει. Στην πραγματικότητα, ο εγκέφαλος χαίρεται επειδή, πια, παύει να υποφέρει.
– Καλά όλα αυτά, αλλά αν θέλω να το κόψω, πώς θα ξεπεράσω αυτό τον προγραμματισμό;
– Δύσκολο, σχεδόν ακατόρθωτο, γιατί ακόμα και αν το σταματήσεις δεν θα πάψεις ποτέ να το αποζητάς και κάποτε θα ενδώσεις και πάλι στην ψευδαίσθηση ηδονής. Αυτό είναι το παιχνίδι της ντοπαμίνης και των υποδοχέων της στον εγκέφαλο. Σε αυτό βασίζεται κάθε είδους εξάρτηση, από την μακαρονάδα μέχρι την ηρωΐνη… Εάν, δηλαδή, αποφασίσεις να το κόψεις, τότε ο εγκέφαλος, επειδή έχει κάποιους υποδοχείς ντοπαμίνης να ψάχνουν να ζευγαρώσουν και να του προσφέρουν ηδονή, αρχίζει να ψάχνει τρόπους να σε εξαναγκάσει να ανάψεις τσιγάρο… Ξεκινάει από τα άκρα και την αύξηση της πίεσης για συγκεκριμένες κινήσεις, που έχουν στόχο να πάρεις τσιγάρο, κάποια «φαγούρα» ανάμεσα στα δάχτυλα, κάποιο χέρι να απλώνεται ασυναίσθητα, κάποια παλάμη να παίζει αναπτήρα. Αν δεν ενδώσεις, αρχίζει η «φαγούρα» στα πνευμόνια, βαθειές ανάσες, αναστεναγμοί και έλλειψη της αίσθησης του καπνού. Αν επιμείνεις βάζει τα μεγάλα μέσα, άγχος, απώλεια συγκέντρωσης και εν τέλει πονοκέφαλος. Ε! Πού θα πάει, θα του κάνεις το χατήρι και θα έχεις πάρει και το μάθημά σου, να μην του στερήσεις ξανά την απόλαυση
– Δηλαδή τα πάντα βασίζονται στον τρόπο με τον οποίο εκπαιδεύεται ο εγκέφαλος. Να χαίρεται και να αποζητά ό,τι του διεγείρει την παραγωγή ντοπαμίνης και να «κολλάει» σε ό,τι του αυξάνει τους υποδοχείς της.
– Ακριβώς. Γι αυτό, θα πασχίζεις μάταια να σταματήσεις κάτι που σχετίζεται τόσο άμεσα με αυτό το παιχνίδι, όπως το κάπνισμα.
– Εκτός αν καταφέρω να ηδονίζομαι με την άρνηση του καπνίσματος, να φχαριστιέμαι με το όχι κάπνισμα δηλαδή, οπότε θα έχω αντικαταστήσει την ηδονή του καπνίσματος με την ηδονή του μή καπνίσματος, αναπρογραμματίζοντας την παραγωγή ντοπαμίνης.
– Πλάκα μου κάνεις; Ο εγκέφαλος ηδονίζεται με πράξεις, όχι με μή-πράξεις…
– Άρα, προσωρινά τα κατορθώματα και παραμύθι η αντικαπνιστική εκστρατεία, ένα ακόμα τέχνασμα ποδηγέτησης και μάλιστα με κέρδη για όλους ακόμα και για τις ασφαλιστικές που θα αρνούνται να αποζημιώνουν…
Και με αυτά τα λόγια αποχαιρέτησα τον φίλο βιολόγο. Αισθανόμουν, για πρώτη φορά, εγκλωβισμένος στην συνήθεια του καπνίσματος χωρίς δυνατότητα επιλογής. Και μάλιστα, ανόητο θύμα μιας εξουσίας που με κατηύθυνε σε επιλογές από όπου θα κέρδιζε ό,τι και αν επέλεγα.
Δύο μέρες μετά -ήταν και πρωταπριλιά- είπα να μου κάνω πλάκα. Πήρα λοιπόν το πακέτο μου, τον αναπτήρα, το τασάκι και τον καφέ και τα έστησα δίπλα μου στο γραφείο, την ώρα που έκανα κάποιες δουλίτσες. Πήρα ένα τσιγάρο, το έβαλα στο στόμα και μόλις έπιασα τον αναπτήρα είπα ψιθυριστά «αναβάλλεται». Και άφησα τον αναπτήρα.

Μια ανεπαίσθητη χαρά με διαπέρασε καθώς σκεφτόμουν «το πέτυχα». Ήθελα να το χαρώ που δεν το άναψα, πήγα στο μπάνιο κοιτάχτηκα στον καθρέφτη -πάντα με το τσιγάρο στο στόμα- και σκέφτηκα «Είσαι ωραίος και μάγκας και θα αντέξεις». Μου έσκασα χαμόγελο κι έφυγα λίγα χιλιοστά «ψηλότερος».
Κάθισα στην πολυθρόνα του γραφείου και συνέχισα την δουλειά. Μετά από λίγο ασυναίσθητα, ξανάπιασα τον αναπτήρα. Ξαναψιθύρισα με ένταση «είπαμε, αναβάλλεται» και άφησα πάλι τον αναπτήρα. Ξαναπήγα στο μπάνιο αλλά αυτή την φορά επέστρεψα με έναν μικρό καθρέφτη που τον έστησα απέναντί μου, κοιτάχτηκα και είπα «ναί είσαι μάγκας κι ωραίος». Πιό έντονα αυτή την φορά ένοιωσα περηφάνια να με γεμίζει.
Για να μην τα πολυλογώ, όλη η μέρα πέρασε έτσι, με το τσιγάρο στο στόμα, με αναβολές και με διαρκώς αυξανόμενη χαρά κι ευχαρίστηση που -ενάντια σε όλες τις προβλέψεις- κατάφερνα να αναβάλλω να το ανάψω και να το φχαριστιέμαι κι όλας.
Έτσι λοιπόν, για πρώτη φορά μετά από μια ζωή ολάκερη, έπεσα για ύπνο 12 ώρες άκαπνος κι ευχαριστημένος. Την επομένη, μετά το πρωΐνό πλύσιμο, έφτιαξα καφέ κι έκατσα στο γραφείο να συνεχίσω την δουλειά.
Έριξα μια ματιά στο στραπατσαρισμένο τσιγάρο που δεν άναψα την προηγούμενη μέρα, το πήρα στα χέρια κι έκανα να το βάλω στο στόμα. Το ξανασκέφτηκα, είπα «αναβάλλεται» και το πέταξα στο καλαθάκι με τα σκουπίδια δίπλα μου. Έριξα άλλη μια γρήγορη ματιά στο καθρεφτάκι, μου χαμογέλασα, τράβηξα μια τζούρα καφέ και συνέχισα την δουλειά ευχαριστημένος με τον εαυτό μου, τον μάγκα, τον ωραίο, που μπορούσε ακόμα να το αναβάλλει.Άλλες δύο-τρείς φορές στην διάρκεια της ημέρας, ιδιαίτερα μετά από τα γεύματα, άπλωσα το χέρι στο πακέτο και πριν πάρω τσιγάρο, το άφηνα λέγοντας «αναβάλλεται» και μετά καθρεφτάκι-μάγκας-ωραίος-ευχαριστημένος και περήφανος. Το βράδυ κοιμήθηκα πραγματικά ευτυχής. Είχα 36 ώρες άκαπνος!!! Και, με το δίκιο μου, το πανηγύριζα…

Την επόμενη μέρα δεν άπλωσα καν το χέρι, εκεί ήταν όλα, δίπλα μου. Πακέτο, αναπτήρας, τασάκι καθαρό-καθαρό και καθρεφτάκι. Κι όμως κάθε φορά που τα κοιτούσα σκεφτόμουν «αναβάλλεται» κι ένοιωθα να το γλεντούσα μέσα μου. Το πρώτο που απέσυρα ήταν το καθρεφτάκι. Δεν χρειαζόταν να κοιτάζομαι για να αισθάνομαι περήφανος.
Το βράδυ, ήδη το αφηγόμουν στην γυναίκα μου με χαρά και περηφάνια. Είχα αναβάλλει το τσιγάρο για 60 ώρες και πλέον δεν με πείραζε καθόλου να το αναβάλλω για όσο να ‘ναι. Ίσα-ίσα, αισθανόμουν ηδονή και αγαλλίαση…
Την επόμενη, τέταρτη κατά σειρά μέρα, ούτε καν έδωσα σημασία. Την μεθεπόμενη, πήρα το πακέτο και τον αναπτήρα και τα έβαλα σε ένα ντουλάπι στην κουζίνα. Η αναβολή ήταν πια επ’ αόριστον, αλλά η χαρά μέσα μου απερίγραπτη.
Την 6η μέρα συνειδητοποίησα ότι όχι μόνο δεν ένιωσα να το στερούμαι όλες αυτές τις μέρες, αλλά δεν έκανα καμία αμήχανη κίνηση με τα χέρια ή τα δάχτυλα, ούτε το στόμα αποζητούσε κάτι ανάμεσα στα χείλια. Ο εγκέφαλός μου δεν με εκβίαζε να ανάψω τσιγάρο. Ούτε εκνευρισμοί, ούτε απώλεια συγκέντρωσης, ούτε πονοκέφαλοι, ούτε το νοσταλγούσε αν κάποιος δίπλα μου κάπνιζε, ούτε τίποτε. Απόλυτη αδιαφορία εκ μέρους του ή, μάλλον, το φχαριστιόταν κι όλας. Πλήρης αναπρογραμματισμός του νευρωνικού μου δικτύου, δηλαδή!!!
Τρία χρόνια αργότερα, ανοίγοντας το ντουλάπι, το μάτι μου έπεσε στο πακέτο και τον αναπτήρα. Ήταν ακόμα εκεί! Είπα να το ανοίξω να δώ εκείνα τα τσιγάρα. Ήταν ήδη «σουρωτήρια» από σκουλήκι. Σκέφτηκα ότι τουλάχιστον, κάπνιζα τσιγάρα με καθαρό καπνό, χωρίς χημικά πρόσθετα και αποστειρωτικά δηλητήρια…
Πέντε χρόνια αργότερα, διαρκούσης της αναβολής, έμαθα, οδυνηρά εκπλαγείς, ότι αν δεν είχα τότε αναβάλει το κάπνισμα, δεν θα ήμουν ζωντανός… Κι ήταν τόσο εύκολο! Έκανα ακριβώς αυτό που θεώρησε ανοησία ο φίλος βιολόγος. Αντί να ηδονίζομαι καπνίζοντας, ηδονίζομαι μή-καπνίζοντας!!!
Θέμα θεώρησης, λοιπόν.
Σχεδόν δέκα χρόνια έχουν περάσει από τότε. Μπορώ να πώ ότι χαίρομαι που το έθαψα πριν με θάψει, αν και γνωρίζω ότι έχει υποθηκεύσει αρκετά άσχημα την ζωή μου.
Τελικά, ζωή είναι -πράγματι- η τέχνη να αρνείσαι, η τέχνη να αποφεύγεις έγκαιρα ό,τι μπορεί να σε σκοτώσει.