«Ο άνεμος παίζει με τα το σκισμένο φόρεμά της που κάποτε ήταν γαλάζιο…»
-γράφει ο Θανάσης Κριτσινιώτης
-γράφει ο Θανάσης Κριτσινιώτης

1. Λευκή άμμος
Η άμμος του χρὀνου χαράζει το πρόσωπο της. Τα μάτια της θολές λίμνες ανάμεσα σε κίτρινες όχθες .
Ο άνεμος παίζει με τα το σκισμένο φόρεμά της που κάποτε ηταν γαλάζιο. Αποκαλύπτεται λευκή, λιπώδης, αχάιδευτη σάρκα. Τα δάχτυλά της ταξιδεύουν αργά στο εσωτερικό των μηρων της. Φοράει μαύρα γυαλιά. Δεν θέλει να βλέπει κανέναν.
2. Η σκύλα στην πλατεία
Το απόγευμα κυλάει στο δρόμο σαν πηχτό, σκούρο αίμα από λαιμό σφαγμένου βοδιού. πισω απ’ τους θάμνους της πλατείας σκυλιά και άνθρωποι ακίνητοι στο υγρό χόρτο σαν αιγυπτιακές μούμιες.
Αυτή λίγο πιο πέρα μόνη της. Η κοιλιά της χύνεται έξω από τα κουρέλια της. Χαϊδευει τα σκυλιά με επαναλαμβανόμενες, μονότονες κινήσεις. Ένα χαμόγελο σαν παλιά πληγή στα χείλη της. Από το στόμα της κυλάει μια ακατανόητη σειρά λέξεων, σαν κάμπιες…
Αυτή λίγο πιο πέρα μόνη της. Η κοιλιά της χύνεται έξω από τα κουρέλια της. Χαϊδευει τα σκυλιά με επαναλαμβανόμενες, μονότονες κινήσεις. Ένα χαμόγελο σαν παλιά πληγή στα χείλη της. Από το στόμα της κυλάει μια ακατανόητη σειρά λέξεων, σαν κάμπιες…