Θέλω να τρέξω στις κοιλάδες, στις πλατείες
Να κάψω την μοναξιά μου με κόκκινες φιλίες
Να πιω για να γεμίσω το κενό στους πνεύμονες
Να σχεδιάσω, να ονειρευτώ τους νέους έρωτες
Τα σχοινιά να λύσω, το βέλο να σχίσω
Το βέλος να ρίξω στο φεγγάρι ψηλά
Με κεριά και σκοτάδι
Να ξαγρυπνήσω το βράδυ
Να διαβάσω το μέλλον, να φύγω μακριά
Νόμιζα πετούσα, αλλά μάλλον πεθαίνω τελικά
Νόμιζα ότι νικούσα, αλλά ίσως πεθάνω ξανά
Και κρυβόμουν στους βράχους και εκεί ήσουν και συ
Τα μάτια σου με χάραξαν και ήταν απειλή
Ήταν όμορφα όμως, και κάτι άλλο δεν ζητούσα
Τίποτα άλλο, αγάπη μου, δεν αναζητούσα
Σε ήθελα απεγνωσμένα αλλά εσύ είχες χαθεί
Πάντα χάνεσαι, είναι επικίνδυνη η πόλη στην βροχή
Σε τραβά γλυκά στον βούρκο της σιωπής
Σου ψιθυρίζει προφητείες αυτοκαταστροφής
Την πατρίδα δεν θα βρεις
Εάν λίγο δεν χαθείς
Οι σειρήνες δεν αλλάζουν σκοπό ή διαδρομή
Οι χάρτες είναι λάθος, οι πατεράδες παραπλανητικοί
Και η πυξίδα μου έχει σπάσει, και εγώ έχω χαθεί
Και είναι εντάξει, είναι εντάξει
Το νερό με οδηγά
Στην πλάτη μου ο ήλιος
Το κεφάλι μου ψηλά
Και ίσως δεν σε ξαναδώ αλλά η ψυχή μου θα το ξέρει
Και συ θα ανατείλεις πάλι, θα γίνεις πεφταστέρι