Το σόλο του Κομνηνού

«Είμαστε όλοι μας 28 χρονών. Η μουσική, μια πλέιλιστ από συμπαθητικά μπιτάκια. Μετά βάζουν τραπ. Κλείνουν με κλασσικο χιπ- χοπ και Active Member. Η ώρα είναι δυο και μισή. Δε θα μείνουμε άλλο.
Θα σε πάρει ο Τάκης με το μηχανάκι;  Ναι, ρε, συμφέρει, τι λες τώρα, στην ίδια γειτονιά μένετε. Ναι, μόνος μου, ‘δω δίπλα είναι. Καληνύχτα. Καληνύχτα.»
-γράφει ο Παντελής Αδαμίδης


d89c6bf14cc30200c60857e87d69d2a5

Σαν να έχει στόκο, το μυαλό μου έχει πήξει. Και μια νευρικότητα. Μέσα στον εγκέφαλο, σαν να ‘χουν ξεδιπλώσει δυο έλικες και να κουνάνε το κρανίο. Σα να δονείται όλο το κεφάλι.

Κάθομαι σ’ αυτή τη ουρά τα τελευταία 40  λεπτά. Κόσμος πάει κι έρχεται. Οι υπάλληλοι μέσα απ’ το κισέ  έχουν ανεμιστήρες. Εμείς πήζουμε. Κι αργούμε. Αργούμε! Θα έπρεπε να ‘χα τελειώσει εδώ και δέκα λεπτά. Νιώθω τα μάτια μου κουρασμένα. Δε μπόρεσα να κοιμηθώ χθες. Πάλι τα ίδια με τον εφιάλτη. Είναι κι αυτή η ζέστη. Χέσε μέσα. Όλο το καλοκαίρι νιώθω το πρόσωπό  μου, σαν να ‘χουν πασπαλίσει χώμα απάνω. Γλείφω το χείλος μου, γεύομαι τον ιδρώτα. Ίδρωτας ζέχνει παντού σ’ αυτή τη πόλη. Μαζί με τη σκατίλα απ’ τους βόθρους. Δεν υπάρχει ένα κωλό-ερκοντίσιον εδώ μέσα. Θα λιποθυμήσουμε!  Αύριο, ξεκινάει το Φθινόπωρο, αλλά η ζέστη εκεί, επιμένει.

Το χρειάζομαι το γαμημένο… Δε μπορώ τώρα κοτζάμ γάιδαρος να ζητάω λεφτά απ’ τους δικούς μου… Ένσημα δυο χρόνων εργασίας στο κατάστημα με τ’ ανδρικά. Αυτό στην Ερμού και Ρήγα Φεραίου. Παράλληλα, πήγαινα και στη δραματική σχολή. Όμορφα χρόνια.

Δεν είναι πολλά, το ξέρω, αλλά σάμπως έχω έξοδα; Στο πατρικό μου μένω, το φαγητό της μάνας μου τρώω… Στο κάτω- κάτω, δεν έχω παράπονο. Άλλωστε, οι περισσότεροι της ηλικίας μου κάνουν το ίδιο. Το διάβαζα και σ’ ένα άρθρο τις προάλλες.

Ναι, τα ‘χω τα δικαιολογητικά. Να πάρω κι έναν αριθμό πρωτοκόλλου. Εδώ, δίπλα είναι; Επιστρέφω αμέσως. Γιατί να χάσω τη σειρά μου; Δε μπορείτε να περιμένετε; Μια στιγμούλα θα κάνω. Ευχαριστώ.

Υπογράφω εδώ;

Καλησπέρα σας.

Το καλοκαίρι ήταν σάπιο. Εκλογές, να η νέα κυβέρνηση κρατούσαν ρομφαία! Όποτε πηγαίνω να πάρω το επίδομα, λες και τους βλέπω. Μονοκόμματοι, με τις μπλε γραβάτες και τα κατάμαυρα κουστούμια τους, βλοσυροί, νευρικοί, κάνουν νοήματα με τα χέρια και μιλούν με το τόνο μιας προσποιητής οργής. Ναι, οι εποχές των επιδομάτων πέρασαν. Δε δίνονται κίνητρα έτσι. Εκεί είναι η ουσία του προβλήματος . Να μην φοβόμαστε, θα γίνουν επενδύσεις, θα δοθούν οι ευκαιρίες. Η χώρα θα μπει αισιόδοξα στη νέα δεκαετία.

*

Μόνος στο δωμάτιο. Η πολυκατοικία είναι παλιά. Βλέπω τις ρωγμές στο τοίχο, όπως κατηφορίζουν το σοβά. Δίπλα, πιο κάτω, το μαθητικό πινακάκι. Δεξιά, μια συμπαθητική γκραβούρα. «Το λιμάνι της Λευκάδας στα τέλη του 19ου αιώνος.»

Ίντερνετ. Νέα από αθλητική ιστοσελίδα. ΣΟΚ. Είδηση για παλαιά λαϊκή τραγουδίστρια. Βρίσκεται εν απογνώσει. Κάτω δεξιά. Διαφημίσεις βασισμένες σε προηγούμενες αναζητήσεις στον ιστό. Ανδρικά δαχτυλίδια και μπόντι-σπρέι σε εκπτώσεις. Βίντεο από χθεσινό ναϊτ σόου. 5 λεπτά η διάρκειά του. Ψεύτικα χειροκροτήματα. Επιστροφή στην αναζήτηση. Πορνό. Διαφημίσεις πώς να μεγαλώσω το πέος μου. Προσωπική ιστοσελίδα. Φωτογραφία προφίλ. Το σήμα του Παναθηναϊκού.

Εξοβελισμένα :

Θα θέλατε να κερδίσετε 50.000;

Πατήστε εδώ.

Προσωπική Αλληλογραφία. Έχετε μάθει για τη κατάθεση στο νέο νόμισμα; Μπορείτε να γίνετε πλούσιος τόσο απλά!

Αναζήτηση στην αναζήτηση. Μπάρες με τη κάθετη παύλα ν’ αναβοσβήνει. Τόσο αργά.

*

Τ’ απομεσήμερα φεύγω απ’ το σπίτι. Κάνω βόλτες στη πόλη.

Ανεβαίνω την Αγίου Νικολάου. Αν κάτσει, ξαφρίζω και εφημερίδα από κάνα περίπτερο. Ανεβαίνω και κάθομαι στα τελευταία σκαλιά. Πίσω μου είναι η άνω πόλη. Κάθομαι, διαβάζω, κοιτώ το κινητό. Αθλητικά, ο Παναθηναϊκός, «αγγελίες» για φθηνό τηλεφωνικό σεξ, σουντόκου. Περνά η ώρα. Σουρουπώνει, γεμίζουν οι σκάλες ζευγαράκια.

Είχα πάει σ’ ένα πάρτι τις προάλλες. Βρήκα τους φίλους μου. Έχασα βάρος, δεν το είχα προσέξει. Με ρώτησαν τι έκανα με το στρατιωτικό. Πήρα το χαρτί. Τι θα κάνω με τη δουλειά; Προσπαθώ. Από γκόμενα; Τίποτα. Η Σώνια κάνει το πάρτι, γύρισε τ’ αγόρι της απ’ το μεταπτυχιακό του στην Αγγλία. Στα χρηματοοικονομικά. Ο Πάνος, που γνωριζόμαστε απ’ τη δραματική σχολή, βοηθάει το πατέρα του στις ελιές. Έχουνε ένα μικρό κτήμα κοντά στη Ζαχάρω. Περιγράφει τα πρωινά που πάνε και μαζεύουν. Φαίνεται ενθουσιασμένος. Είμαστε όλοι μας 28 χρονών. Η μουσική, μια πλέιλιστ από συμπαθητικά μπιτάκια. Μετά βάζουν τραπ. Κλείνουν με κλασσικο χιπ- χοπ και Active Member. Η ώρα είναι δυο και μισή. Δε θα μείνουμε άλλο.

Θα σε πάρει ο Τάκης με το μηχανάκι;  Ναι, ρε, συμφέρει, τι λες τώρα, στην ίδια γειτονιά μένετε. Ναι, μόνος μου, ‘δω δίπλα είναι. Καληνύχτα. Καληνύχτα.

Γυρίζω,  βγαίνω στο μπαλκόνι. Τώρα δροσίζει, είναι καλύτερα. Από κάτω, στο δρόμο, εμφανίζονται δυο νέγρα κορίτσια. Κοιταζόμαστε, σιγά-σιγά σχηματίζεται ένα χαμόγελο στα πρόσωπά μας. Αποστρέφουν πρώτες το βλέμμα, θα πέρασε κάποιος περαστικός. Δεν τις ξαναείδα εκείνο το βράδυ.

*

Κάποιες νύχτες, κατά τις 3.30, μ’ αρέσει να περιδιαβαίνω τη πόλη. Ξεκινώ απ’ τη γειτονιά μου και  πάω προς το κέντρο. Σιγά- σιγά, αρχίζω να κατηφορίζω για τη θάλασσα.

Η πόλη είναι άδεια. Ανεβοκατεβαίνω δρόμους μέχρι το ξημέρωμα. Απ’ τις γωνιές που περνώ, οι ήχοι σέρνονται  αιφνίδια• μια κούρσα γκαζώνει. Η βοή απ’ το καθαριστικό μηχάνημα του Δήμου. Δημοτικοί υπάλληλοι με ψάθινες σκούπες. Ό,τι δε μαζεύτηκε.

Ένας μελαμψός  περπατά αργά  με το κεφάλι  σκυμμένο. Στιγμιαία, φωτίζεται, όπως τα αυτοκίνητα στρίβουν απ’ τη Γούναρη στην Αγίου Ανδρέου. Πολλές φορές τα προσεγγίζει στο φανάρι. Τρέμει. Σχεδόν φοβίζει τους οδηγούς. Δε του ανοίγουν το παράθυρο, κουνάνε ενοχλημένοι το χέρι. Μου ‘χει συμβεί κι εμένα.

Το παλιό λιμάνι με τα κίτρινα φώτα του, ο μώλος. Στο εγκαταλελειμμένο  κτίριο της εκτελωνιστικής υπηρεσίας, λένε, μένουν μετανάστες. Δίπλα, η ιχθυόσκαλα. Συντροφιές ψαράδων ακούγονται να μιλάνε όλο το βράδυ.

Κάτω, ο δρόμος τραβάει μακριά. Τα πάλαι ποτέ εργοστάσια άδεια. Χωράφια με ερείπια από προκάτ. Σπασμένες γυψοσανίδες και συρματένιες περιφράξεις. Απέναντι, το νέο λιμάνι.

Στις 7 περνά το τραίνο. Τότε, γυρνώ σπίτι. Οι γονείς μου δεν ξυπνούν πριν τις 9. Είναι όμορφα, έχει ησυχία. Θα ξαπλώσω στο κρεβάτι. Το φως είναι δυνατό, περνάει μέσα απ’ τις τρυπούλες του ρολό. Δε θα κοιμηθώ. Κρατώ το εξώφυλλο της. Ένα βαθύ, ξεφτισμένο μπλε. Αχνά, ξεχωρίζει το άσπρο της πρόσωπο. Τρίτο κομμάτι, πρώτη πλευρά.

Born with the moon in Cancer…

Σε δυο ώρες θα σηκωθώ, θα πω στους γονείς μου πως κοιμήθηκα. Θα φτιάξω ένα φραπέ και θα κοιτάξω το ίντερνετ.

Γρήγορα σηκώνεται ο ήλιος. Για κανά δυο ώρες ίσως συνεχίσει να δροσίζει. Ύστερα, θα κάψει.

Σχολιάστε

Ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για την εξάλειψη των ανεπιθύμητων σχολίων. Μάθετε πως επεξεργάζονται τα δεδομένα των σχολίων σας.