Άγνωστο τερατώδες σύννεφο έχει κρεμάσει
τα μέλη του σε πόζα ειρωνική»
-γράφει ο Κώστας Χρ. Σπίγγος
Βαδίζουμε ανήσυχα σκυφτοί
σε πεδίο ηλεκτρικό
αναπνέοντας προσεχτικά σπινθήρες
Κάθε μας σάλεμα και μια αποσωβηθείσα πτώση
Κάτω από τα πέλματά μας κροταλίζουν
των προγενέστερων τα κόκκαλα
αναλώσιμα ξερόκλαδα
Βροντή βαριά, πιστά τ’ αντιφωνεί βήμα προς βήμα
Φαιά ανούσιο το λιβάδι
Ο ορίζοντάς μας ανεμπόδιστα θολός
Άγνωστο τερατώδες σύννεφο έχει κρεμάσει
τα μέλη του σε πόζα ειρωνική
Μ’ αιφνιδιαστική ριπή
φέρνει ο αέρας μες στα μάτια μου
άφθονη σκόνη ενοχών ταχείας πήξεως
κι αμέσως μου πονάει καρδιά και μύτη
με την οσμή του μακρινού βρεγμένου χώματος
οριστική του κάθε αμφίβολου επερχόμενου
Κάθε μακαριότητα, πλέον αδύνατη
Βαφτίζω με τ ‘ όνομά σου το κενό
Ανάμεσα σε στάχυα χαμηλά κι υποκλινόμενα
και σε γυμνά από πέταλα αιωρούμενα σωμάτια λουλουδιών
σε ασφυκτική ερημιά εκκενωμένοι
όσο κι αν σκύβουμε, ελκυστικά ψηλό στον κεραυνό
το ανάστημα του ανθρώπου παραμένει